Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2005), 9,5-22% των παιδιών και των εφήβων παρουσιάζουν διαταραχές και προβλήματα συναισθήματος, συμπεριφοράς, ανάπτυξης, με σημαντικές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. 50% των ψυχικών διαταραχών στους ανθρώπους ξεκινούν πριν από την ηλικία των 14 ετών και συχνά υποτροπιάζουν ή χρονίζουν. Η πλειονότητα των παιδιών και των εφήβων με σημαντικές ανάγκες ψυχικής υγείας δεν φτάνουν στις υπηρεσίες, ακόμα και σήμερα.
Τα προβλήματα ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων συχνά συνοδεύονται από ψυχικό, κοινωνικό και οικονομικό βάρος. Επίσης, συχνά συνοδεύονται από σημαντικές δυσκολίες στις σχέσεις με συνομηλίκους, στις σχολικές επιδόσεις, καθώς και στην ενήλικη ζωή, με δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και αυξημένα ποσοστά εμπλοκής με το νόμο και τις υπηρεσίες ΨΥΠΕ και πρόνοιας. Η ανάγκη για δράση επιβάλλεται επιπλέον και από την εφαρμογή στην πράξη της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Παρά ταύτα, η επένδυση στην ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων είναι μικρότερη αυτής στην ψυχική υγεία ενηλίκων και αυτής στη γενική υγεία. Διαταραχές διαγωγής
Είναι γνωστό το παράδειγμα των διαταραχών διαγωγής, των οποίων έχει μετρηθεί η οικονομική επιβάρυνση που προκαλούν. Η αγγλική αυτή μελέτη συνέκρινε παιδιά χωρίς προβλήματα, παιδιά με προβλήματα διαγωγής και παιδιά με διαταραχή διαγωγής (επιθετικότητα, κλοπές, ψέματα, σκασιαρχείο, φυγές, βανδαλισμοί, κ.λπ.). Γνωρίζουμε δε πως τουλάχιστον 30% των παιδιών της τελευταίας κατηγορίας εξελίσσονται σε ενήλικες με αντικοινωνικότητα (με ακραία εκδήλωση την εγκληματικότητα). Η μελέτη αξιολόγησε το κόστος από την ηλικία των 10 έως την ηλικία των 28 ετών σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, εκπαίδευσης, πρόνοιας, δικαστικές, κ.λπ. Το αποτέλεσμα; Η 1η ομάδα παιδιών κόστισε στο κράτος περίπου 12.500 ―, η 2η σχεδόν 50.000 ― και η 3η 125.000 ― (τιμές 2002)...
Σύμφωνα με μελέτη, σε εξέλιξη της Πανεπιστημιακής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής, σχεδόν 3 στις 4 οικογένειες παιδιών με διαταραχές του φάσματος του αυτισμού ξοδεύουν περισσότερα από 800 ― μηνιαίως για την αντιμετώπιση μόνο του προβλήματος του παιδιού τους, ενώ λιγότερο από τα μισά καλύπτονται από ασφαλιστικά ταμεία. Οι μισές μητέρες φαίνεται να έχουν σημαντικό σωματικό πρόβλημα ή πρόβλημα ψυχικής υγείας, κυρίως συμπτώματα κατάθλιψης. Αναρωτιέται, λοιπόν, κανείς πώς θα μπορέσουν οι συγκεκριμένες οικογένειες να ανταποκριθούν με επάρκεια στις ιδιαίτερα αυξημένες απαιτήσεις σε συνθήκες οικονομικής κρίσης.
Οι επιπτώσεις ψυχοκοινωνικών αντιξοοτήτων, όπως π.χ. η φτώχεια στα παιδιά, μπορεί να είναι έμμεσες και άμεσες. Πιο συγκεκριμένα, η φτώχεια μπορεί να οδηγήσει σε σκληρή και τιμωρητική στάση των γονέων (άμεση επίδραση) και τελικά σε αντικοινωνική συμπεριφορά (έμμεση επίδραση). Διάφορες μελέτες δείχνουν τη συσχέτιση φτώχειας με προβλήματα ψυχικής υγείας στα παιδιά μέσω διάφορων μηχανισμών.
Πειραματικές μελέτες στη συμπεριφορά αναζήτησης τροφής σε σκιουροπιθήκους (squirrel monkeys) έχουν δείξει ότι όταν τα θηλυκά αντιμετώπιζαν δυσκολίες στην ανεύρεση τροφής γίνονταν πιο αδρανή και είχαν ανεβασμένες τιμές κορτιζόλης για μεγάλα διαστήματα (απ' όταν η τροφή ήταν πιο εύκολα διαθέσιμη). Επιπλέον, η άσκηση του γονικού ρόλου γινόταν λιγότερη καλή (οι μητέρες είχαν μικρότερη επαφή με τα μικρά τους, ενώ εκείνα απαιτούσαν μεγαλύτερη). Αν και δεν εξομοιώνεται η έλλειψη τροφής στους πιθήκους με τη φτώχεια στους ανθρώπους, υπάρχουν κοινά στοιχεία στην εμπειρία μη πρόσβασης στα βασικά, που υποστηρίζουν την ύπαρξη της επίδρασης στα φυσιολογικά συστήματα σε ζώα και ανθρώπους. Η έκθεση, λοιπόν, μητέρων σε έλλειψη τροφής είχε αρνητική επίδραση στο δικό τους στρες, καθώς και στη γονική συμπεριφορά τους.
Το χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο μπορεί να οδηγήσει σε χειρότερη ψυχική υγεία, ενώ η κακή ψυχική υγεία μειώνει την ικανότητα του ατόμου να βελτιώσει ή να αποκτήσει υψηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο. Σε πρόσφατη (2007) μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας σε 7 ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, βρέθηκε ότι το υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων και το υψηλότερο επίπεδο της οικογένειας σχετιζόταν με πιο θετικές αντιλήψεις και συναισθήματα στα παιδιά και καλύτερη ψυχική υγεία.
Νεότερες κυρίως απόψεις τονίζουν πως δεν είναι η απόλυτη έλλειψη, αλλά μάλλον οι ανισότητες, που αυξάνουν τα προβλήματα ψυχικής υγείας. Πιο συγκεκριμένα, παιδιά που μεγαλώνουν σε μακροχρόνια φτώχεια παρουσιάζουν συναισθηματικά προβλήματα (π.χ. άγχος, δυστυχία), ενώ εκείνα που ζουν για λίγο σε συνθήκες φτώχειας παρουσιάζουν προβλήματα, όπως υπερκινητικότητα και συγκρούσεις με συνομηλίκους.
Τέλος, είναι πολύ σημαντικό να έχουμε υπόψη πως οι ανισότητες και η κακή ψυχική υγεία σχετίζονται με χειρότερη έκβαση της κατάστασης των παιδιών στην ενήλικη ζωή. Μεταξύ άλλων, η κακή ψυχική υγεία στην παιδική ηλικία συνδέεται με άλλα προβλήματα υγείας στη νεαρή ενήλικη ζωή (π.χ. χρήση ουσιών, βία, μικρότερη εκπαιδευτική πρόοδος, κακή αναπαραγωγική και σεξουαλική ζωή), ενώ υψηλότερα ποσοστά ψυχικών διαταραχών στην ενήλικη ζωή συνδέονται με πολλαπλά μειονεκτήματα στην παιδική ηλικία (π.χ. διαζύγιο γονέων, οικονομική δυσπραγία, ψυχική νόσος γονέα).
Ελλειψη σε δομές
Δυστυχώς, και στη χώρα μας η επένδυση στην ψυχική υγεία των νέων είναι μικρότερη αυτής στην ψυχική υγεία ενηλίκων και αυτής στη γενική υγεία. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από την προ έτους αξιολόγηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης «Ψυχαργώς» για την περίοδο 2000-2009.
Η ομάδα Ευρωπαίων αξιολογητών κατέληξε, μεταξύ άλλων, ότι τα ποσοστά επίτευξης είναι αρκετά μικρά για υπηρεσίες και δομές, όπως π.χ. ιατροπαιδαγωγικά κέντρα (30%), ολοκληρωμένα κέντρα για αυτισμό (5,5%), κέντρα ημέρας αυτισμού (48%), ξενώνες για άτομα με αυτισμό (6%), ξενώνες βραχείας παραμονής (14,5%), κ.λπ. Επίσης, ότι υπάρχει σημαντική έλλειψη σε δομές και υπηρεσίες που αφορούν ειδικές κατηγορίες ασθενών: άτομα στο ευρύτερο φάσμα του αυτισμού, άτομα με νοητική υστέρηση, διατροφικές διαταραχές, κ.λπ.
Η κατανομή των παιδοψυχιατρικών υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από μεγάλη ανισότητα, με τον νομό Αττικής να διαθέτει τις περισσότερες μονάδες και το μεγαλύτερο εύρος υπηρεσιών. Οι υπόλοιποι νομοί υστερούν σημαντικά τόσο σε αριθμό όσο και σε τύπο υπηρεσιών που παρέχουν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής: στην Αττική υπάρχουν 13 ιατροπαιδαγωγικά κέντρα, ενώ ο συνολικός αριθμός τους είναι 22.
Η πρόταση της ομάδας αξιολόγησης είναι ότι θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη σαν προτεραιότητα τα υπάρχοντα μεγάλα κενά στις υπηρεσίες. Επίσης, ότι χρειάζονται εξειδικευμένες υπηρεσίες για άτομα με αυτιστικές διαταραχές, νοητική υστέρηση, διατροφικές διαταραχές, κ.λπ.
Δράσεις που θα πρέπει να ενισχυθούν κατά προτεραιότητα είναι οι ακόλουθες: Υποστήριξη γονέων (και κυρίως εκείνων με ψυχικά προβλήματα) στην άσκηση του γονικού ρόλου τους και στην πρόληψη της παραμέλησης και της κακοποίησης. Πρόληψη εκφοβισμού (bullying) και επιθετικότητας. Μείωση κατάθλιψης και αυτοκτονικότητας. Αντιμετώπιση βίας, τραύματος και προστασία δικαιωμάτων παιδιών. Υποστήριξη παιδιών και εφήβων με ψυχικές διαταραχές. Καταπολέμηση στίγματος και διακρίσεων. Προαγωγή ΨΥΠΕ στο σχολείο και συνεργασία μεταξύ σχολείων, οικογενειών και υπηρεσιών για την κοινωνική συμμετοχή των νέων. Ενίσχυση ρόλου γειτονιάς και κοινότητας για συμμετοχή νέων και καλύτερη ψυχική υγεία.
Επιπλέον, θα πρέπει να φροντίσουμε για τη βελτίωση της υπάρχουσας επιστημονικής γνώσης, την έρευνα στην αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών και σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας των παρεμβάσεων, τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των ειδικών, κ.λπ.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ευρωπαϊκού κλάδου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (2011), χρειάζεται να γίνει διατήρηση των συστημάτων ψυχικής υγείας στην οικονομική κρίση με αντιμετώπιση του στίγματος της ψυχικής νόσου, επένδυση στην ψυχική υγεία, συνέχιση των ψυχιατρικών μεταρρυθμίσεων, κ.λπ. Αντίθετα, στη χώρα μας σήμερα 210 δομές του προγράμματος «Ψυχαργώς» φαίνεται να οδηγούνται σε κλείσιμο.
Η ανάγκη για οικονομία σήμερα στη χώρα μας, εντός και εκτός του Εθνικού Συστήματος Υγείας, είναι προφανής. Δεν θα πρέπει, όμως, να αποτελέσει το πράσινο φως για περικοπές στον πολύ ευαίσθητο τομέα της ψυχικής υγείας, ιδιαίτερα στις μικρές ηλικίες, και μάλιστα σε περίοδο που οι απαιτήσεις για τέτοιου είδους υπηρεσίες αυξάνουν και οι υπάρχουσες υπηρεσίες είναι ήδη ανεπαρκείς σε αριθμό (ή και εξειδίκευση), υποστελεχωμένες ή/και με προσωπικό υπό αποχώρηση και συχνά με χαμηλό ηθικό.
Τα παιδιά που εγκαταλείπονται στα παιδιατρικά νοσοκομεία, επειδή οι γονείς τους δεν μπορούν να τα μεγαλώσουν ολοένα και πληθαίνουν και ο κίνδυνος παλινδρόμησης στην Ελλάδα των ιδρυμάτων είναι πλέον ορατός. Ολοένα και συχνότερες είναι επίσης οι περιπτώσεις παιδιών που παραπέμπονται στην Πανεπιστημιακή Παιδοψυχιατρική Κλινική μετά από αυτοκτονία του γονέα τους, ως απόρροια της κρίσης.
Συνέπειες των περικοπών
Η περίοδος της λιτότητας που ζούμε είναι ακριβώς η πιο ακατάλληλη περίοδος για περικοπές στην ψυχική υγεία. Οι συνέπειες των περικοπών σήμερα είναι πολύ πιθανό ότι θα φέρουν πόνο στο μέλλον, αφού η μη θεραπεία των προβλημάτων ψυχικής υγείας των νέων κοστίζει σε πολλούς τομείς περισσότερο από τη θεραπεία τους.
Αντίθετα, αυτή είναι η κατάλληλη περίοδος για επένδυση σε επιστημονικά τεκμηριωμένες παρεμβάσεις πρόληψης, έγκαιρης παρέμβασης και θεραπείας ψυχικών διαταραχών, που μπορεί να έχουν οικονομικό όφελος και σε τομείς εκτός της υγείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου