Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Tο πρόγραμμα της Αριστεράς

Διανύουμε την τελευταία χρονιά της αριστερής κυβέρνησης την οποία ο διεθνής καπιταλισμός δεν άφησε να εφαρμόσει το πρόγραμμά της. Αν και συνεργάστηκε, σύμφωνα με τις μαρξιστικολενινιστικές γραφές, με «τον διάβολο», το πρόγραμμα έμεινε στα χαρτιά. Πράγματι, έκανε ό,τι μπόρεσε: έθεσε εμπόδια στην επιχειρηματικότητα και προσπάθησε να μειώσει τις ανισότητες φτωχοποιώντας όσους ήταν δυνατόν με υπερφορολόγηση και περαιτέρω γραφειοκρατικοποίηση. Δεν προχώρησε σε χωρισμό εκκλησίας-κράτους –που θα ήταν ένα ριζοσπαστικό διάβημα για τα ελληνικά δεδομένα– ενώ, σε τομείς
πέραν της οικονομίας (στην οποία είχε συγκεκριμένες δεσμεύσεις) τα έκανε κυριολεκτικά θάλασσα: στην παιδεία, στη δικαιοσύνη, στην ασφάλεια, στο περιβάλλον, φτάσαμε σε ιστορικό χαμηλό. Δεν εννοώ ότι ήταν εύκολο να γίνουν μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα· ακόμα και μια ιδεωδώς έξυπνη και καλοήθης κυβέρνηση θα σκόνταφτε στις νοοτροπίες και στα αντικρουόμενα συμφέροντα. Αλλά το γεγονός ότι ένα μεγάλο ποσοστό συμπολιτών μας θα δικαιολογεί και θα στηρίζει αιωνίως την ελληνική αριστερά, την καθιστά ακόμα πιο οκνηρή: δεν χρειάζεται να σκεφτεί σοβαρά τη φύση, την ύπαρξη, την ουσία και την πρακτική της. Οι άνθρωποι που την ψηφίζουν και την ακολουθούν, έχουν ψυχικές αιτίες και κίνητρα: «μισούν» τη δεξιά για ιστορικούς λόγους, διέπονται από συνωμοσιολογικές φοβίες, είναι αφοσιωμένοι στο ηθικό πλεονέκτημα· δεν έχουν ανάγκη από «πρόγραμμα». Το να αλλάξουν παράταξη ισοδυναμεί με απόφαση ζωής· σαν να υποβάλλεται κάποιος σε επέμβαση αλλαγής φύλου.
Αν ρωτήσουμε κάποιον σήμερα γιατί ψηφίζει αριστερά (από τον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το ΚΚ και τις ακροαριστερές ομάδες) απαντά συνήθως μέσω της απόρριψης του αντιπάλου. Η αριστερή ψήφος μοιάζει με μια κατάφαση που προκύπτει από δύο αρνήσεις. Κι όμως η ευρωπαϊκή –όχι η ελληνική– αριστερά είχε ένα πρόγραμμα και ένα σύνολο αξιών: χειραφέτηση του ατόμου, κοινωνική δικαιοσύνη (ίσες ευκαιρίες για όλους), οικονομική πρόοδο (άνοδο του βιοτικού επιπέδου) και δημιουργία ενός πολιτισμού της εργασίας. Σήμερα η χειραφέτηση του ατόμου –ιδιαίτερα μετά την ενημέρωση και των τελευταίων χρήσιμων ηλιθίων για την κακοήθεια των κομμουνιστικών καθεστώτων– βρίσκεται στο κέντρο της φιλελεύθερης σκέψης την οποία η αριστερά αντιμάχεται. Η αριστερά δεν είναι καν η παράταξη των ατομικών δικαιωμάτων: εδώ και δεκαετίες στρέφεται γύρω από τη ναρκισσιστική «διαφορετικότητα» την οποία οι ξεχωριστές ομάδες κραδαίνουν με αναδρομικά αισθήματα θύματος και, συχνά, με επιθετικότητα και έλλειψη ανεκτικότητας την οποία ωστόσο απαιτούν για τον εαυτό τους. Ούτε η παράταξη της απελευθέρωσης των γυναικών είναι, αν δούμε την ιστορία του 20ού αιώνα: ψήφο στις γυναίκες και αργότερα δικαίωμα στην άμβλωση και στην ισότητα στην εργασία παραχώρησαν τα φιλελεύθερα κόμματα που βρέθηκαν στην εξουσία. Η αριστερά πίεζε πάντοτε στην κατεύθυνση των βοηθημάτων, των ελαφρύνσεων και των μικροπρονομίων· διεκδικούσε την αναγνώριση των γυναικών ως μειονότητα που χρήζει θετικής διάκρισης. Έτσι καταλήξαμε στην ανοχή των ισλαμικών ηθών και εθίμων – πιθανότατα κρυφός πόθος των σεμνότυφων αριστερών ηθικολόγων.
Η ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης φαίνεται να έχει πάρει διαζύγιο με την ιδέα της οικονομικής προόδου. Ένα μέρος της αριστεράς επιμένει φυσικά στην κολεκτιβοποίηση, αλλά οι πολίτες αποδεικνύονται πιο πραγματιστές από τα μέλη των κομμουνιστικών οργανώσεων. Όσο για τον πολιτισμό της εργασίας, η ιδέα έχει εγκαταλειφθεί: αντί κάποιος να μπορεί να φτιάξει τη ζωή του μέσω της εργασίας, σήμερα, σύμφωνα με την αριστερά, πρέπει να «βοηθηθεί». Η αριστερά μοιάζει να στηρίζεται σε κοινωνικά στρώματα που, για να επιζήσουν, χρειάζονται βίαιη ανακατανομή του πλούτου· τι απέγινε άραγε η ιδέα του ηγετικού ρόλου του προλεταριάτου; Ο καπιταλισμός συνέβη· η ζωή συνέβη. Κι εδώ έγκειται το μοναδικό στοίχημα της αριστεράς και ο μοναδικός λόγος που θα μπορούσε να τη νομιμοποιήσει: η μείωση των ανισοτήτων. Όχι μέσω της καταστροφής της μεσαίας τάξης –αυτή την έχουν αναλάβει οι πλουτοκρατικοί μηχανισμοί– αλλά μέσω της καταπολέμησης της φτώχειας. Όχι με κρατικό «στάξιμο», όχι με ανακατανομή του πλούτου· με εργασία, με συμμετοχή στη δημιουργία πλούτου. Αλλά, για να δημιουργηθεί πλούτος πρέπει να δημιουργούνται επιχειρήσεις, παραγωγή. Εδώ η αριστερά έχει προκαλέσει ανυπολόγιστη ζημιά.
Στην πραγματικότητα, με την πολιτική της, με την πίεση που ασκεί ακόμα κι όταν δεν βρίσκεται στην κυβέρνηση, αυξάνει τις ανισότητες: ένα πολυχρησιμοποιημένο παράδειγμα είναι η απαξίωση της αριστείας· τα δημόσια σχολεία «για φτωχούς» χωρίς φιλοδοξίες που προκάλεσαν φυγή των υπολοίπων στα καλά ιδιωτικά όπου μπορείς να μάθεις γράμματα καταβάλλοντας κόπο. Όταν μιλάμε για ανισότητες, μιλάμε πρωτίστως για ανισότητες παιδείας. Αυτά τα σχολεία χωρίς φιλοδοξίες είναι ο καθρέφτης της αριστεράς και του Έλληνα βολεψία· του ανθρώπου της ήσσονος προσπάθειας.
Τέλος, η αριστερά δεν έχει πρόγραμμα· έχει διεκδικήσεις. Τα στελέχη της δεν φαίνεται να θυμούνται τι σημαίνει «πρόγραμμα» – από το πρόγραμμα της Γκότα που σχολίαζε ο Μαρξ, μέχρι το New Deal του Ρούσβελτ· δεν θυμούνται καν τι σημαίνει να γίνεσαι κάθε μέρα καλύτερος κι, αν μπορείς, να διαπρέπεις.
ΠΗΓΗ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου