Η χώρα της Λατινικής Αμερικής αποτέλεσε πρότυπο για τον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του
Η
απίστευτη οικονομική καταστροφή, η εξαθλίωση, η κατάλυση της
δημοκρατίας, η καταπίεση και η βία από το καθεστώς Μαδούρο στη
Βενεζουέλα έχει και μία ελληνική διάσταση. Η χώρα της Λατινικής Αμερικής
αποτέλεσε πρότυπο για τον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του. Ο Αλέξης Τσίπρας
πρόβαλε τη Βενεζουέλα σαν «ένα παράδειγμα όχι μόνο για τη Λατινική
Αμερική, αλλά για τους λαούς σε κάθε γωνιά του πλανήτη που αγωνίζονται
για δημοκρατία, για κοινωνική δικαιοσύνη και για δικαιώματα».
Το παράδειγμα της Βενεζουέλας του καθεστώτος Μαδούρο ήταν
για τον ΣΥΡΙΖΑ το υπόδειγμα και απέναντι στην Ευρώπη της ευημερίας, του κοινωνικού κράτους και των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αντί να εξετάσουν το πώς οι σκανδιναβικές χώρες κατέκτησαν ένα τέτοιο επίπεδο ζωής, εκείνοι εμπνέονταν από τον αυταρχισμό του Μαδούρο, που έκανε ένα κράτος με τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου να βυθίζεται στην εξαθλίωση με ελλείψεις αγαθών πρώτης ανάγκης, με ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, με εκατομμύρια κατοίκους να εγκαταλείπουν τη χώρα.
Ακόμη και τώρα, που τα γεγονότα στη Βενεζουέλα παίρνουν δραματική τροπή, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να υποστηρίζει το καθεστώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή την εποχή κάνει στροφή προς την κετροαριστερά και θέλει να εμφανίζεται σαν μέρος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά δεν μπορεί να ξεχάσει και τις παλιές του αγάπες.
Φαινομενικά αυτό θα αποτελούσε μια αντίφαση. Θα ήταν αντιφατικό και να θέλει κάποιος να εμφανίζεται σαν σοσιαλδημοκράτης και την ίδια στιγμή να υποστηρίζει ένα καθεστώς που η ιδεολογία και η πολιτική του είναι ακριβώς αντίθετες από τις τις αρχές, τις αξίες και την εφαρμοσμένη πολιτική της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Όμως στον ΣΥΡΙΖΑ τίποτε δεν είναι αντιφατικό. Μπορούν με μεγάλη άνεση να υποστηρίζουν αυτό και το αντίθετό του, μπορούν άλλα να λένε το πρωί και άλλα να κάνουν το απόγευμα.
Στον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του δόθηκε η ευκαιρία να κάνουν την Ελλάδα Βενεζουέλα το 2015. Ήξεραν όμως ότι δεν μπορούσαν να επιβιώσουν πολιτικά μετά το χάος που θα ακολουθούσε. Ότι μετά από λίγο καιρό οι πολίτες που τους υποστήριξαν στο δημοψήφισμα, όταν θα βίωναν την καταστροφή, θα στρέφονταν εναντίον τους.
Στάθμισαν λοιπόν τα δεδομένα, έβαλαν από τη μια μεριά τον τσαβισμό και από την άλλη την εξουσία, και διάλεξαν την εξουσία. Εφόσον η διατήρηση της εξουσίας περνούσε μέσα από την υπογραφή και την εφαρμογή του μνημονίου, έγιναν μνημονιακοί.
Όμως ενώ διάλεξαν να εφαρμόσουν το μνημόνιο, δεν έπαψαν να εμπνέονται από το καθεστώς Μαδούρο. Ο αυταρχισμός του υπήρξε οδηγός τους στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τα μέσα ενημέρωσης και να περιορίσουν τη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών. Ενδεικτικό είναι το πώς εκβίασαν τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν εμπόδισε την εμπλοκή της Τράπεζας Αττικής στην προσπάθειά τους να κάνουν καναλάρχη δικό τους εργολάβο δημοσίων έργων.
Με την ίδια αυταρχική λογική έχουν ξεκινήσει μια επιχείρηση χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Έχουν καταργήσει το τεκμήριο της αθωότητας και εμφανίζουν πολιτικούς αντιπάλους σαν ενόχους για σκάνδαλα, πριν οι υποθέσεις τους εξεταστούν.
Από τον τσαβισμό εμπνέεται και η πολιτική των επιδομάτων. Το καθεστώς Τσάβες κέρδισε μεγάλη κοινωνική υποστήριξη μοιράζοντας στους φτωχούς κατοίκους της Βενεζουέλας επιδόματα που προέρχονταν από τα έσοδα από το πετρέλαιο. Τον ενδιέφερε μόνο η λαϊκή υποστήριξη και όχι η ανάπτυξη μια υγιούς παραγωγικής οικονομίας και σε λίγο τα επιδόματα εξανεμίστηκαν από τον πληθωρισμό. Η κυβέρνηση Τσίπρα, για να μπορεί να μοιράζει επιδόματα στο τέλος της χρονιάς, υπονομεύει την ανάπτυξη περικόπτοντας συνεχώς το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας και θα έφτιαχνε υποδομές που θα στήριζαν μελλοντικές ιδιωτικές ενδύσεις. Όπως στο καθεστώς Τσάβες, θυσιάζεται η οικονομική ανάπτυξη για να εξαγοραστεί η εύνοια των πολιτών.
O Αλέξης Τσίπρας θα ήθελε να είναι Τσάβες ή Μαδούρο, αν μπορούσε. Οι αναφορές στο καθεστώς της Βενεζουέλας δεν είναι πλήρως υποκριτικές. Είναι μέρος των πολλών και διαφορετικών ταυτοτήτων, που με άνεση αλλάζει για να στηρίξει την καρέκλα του. Μια καινούρια ταυτότητα είναι αυτή του σοσιαλδημοκράτη.
Ο Τσίπρας αυτός είναι. Οι ιδεολογίες είναι αναλώσιμες, όπως και τα πρόσωπα. Γι’ αυτό αντικαθιστά τόσο εύκολα τον Καμμένο με εκείνους που σπεύδουν να φτιάξουν μαζί του τη νέα κεντροαριστερά.
Το παράδειγμα της Βενεζουέλας του καθεστώτος Μαδούρο ήταν
για τον ΣΥΡΙΖΑ το υπόδειγμα και απέναντι στην Ευρώπη της ευημερίας, του κοινωνικού κράτους και των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αντί να εξετάσουν το πώς οι σκανδιναβικές χώρες κατέκτησαν ένα τέτοιο επίπεδο ζωής, εκείνοι εμπνέονταν από τον αυταρχισμό του Μαδούρο, που έκανε ένα κράτος με τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου να βυθίζεται στην εξαθλίωση με ελλείψεις αγαθών πρώτης ανάγκης, με ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, με εκατομμύρια κατοίκους να εγκαταλείπουν τη χώρα.
Ακόμη και τώρα, που τα γεγονότα στη Βενεζουέλα παίρνουν δραματική τροπή, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να υποστηρίζει το καθεστώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή την εποχή κάνει στροφή προς την κετροαριστερά και θέλει να εμφανίζεται σαν μέρος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά δεν μπορεί να ξεχάσει και τις παλιές του αγάπες.
Φαινομενικά αυτό θα αποτελούσε μια αντίφαση. Θα ήταν αντιφατικό και να θέλει κάποιος να εμφανίζεται σαν σοσιαλδημοκράτης και την ίδια στιγμή να υποστηρίζει ένα καθεστώς που η ιδεολογία και η πολιτική του είναι ακριβώς αντίθετες από τις τις αρχές, τις αξίες και την εφαρμοσμένη πολιτική της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Όμως στον ΣΥΡΙΖΑ τίποτε δεν είναι αντιφατικό. Μπορούν με μεγάλη άνεση να υποστηρίζουν αυτό και το αντίθετό του, μπορούν άλλα να λένε το πρωί και άλλα να κάνουν το απόγευμα.
Στον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του δόθηκε η ευκαιρία να κάνουν την Ελλάδα Βενεζουέλα το 2015. Ήξεραν όμως ότι δεν μπορούσαν να επιβιώσουν πολιτικά μετά το χάος που θα ακολουθούσε. Ότι μετά από λίγο καιρό οι πολίτες που τους υποστήριξαν στο δημοψήφισμα, όταν θα βίωναν την καταστροφή, θα στρέφονταν εναντίον τους.
Στάθμισαν λοιπόν τα δεδομένα, έβαλαν από τη μια μεριά τον τσαβισμό και από την άλλη την εξουσία, και διάλεξαν την εξουσία. Εφόσον η διατήρηση της εξουσίας περνούσε μέσα από την υπογραφή και την εφαρμογή του μνημονίου, έγιναν μνημονιακοί.
Όμως ενώ διάλεξαν να εφαρμόσουν το μνημόνιο, δεν έπαψαν να εμπνέονται από το καθεστώς Μαδούρο. Ο αυταρχισμός του υπήρξε οδηγός τους στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τα μέσα ενημέρωσης και να περιορίσουν τη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών. Ενδεικτικό είναι το πώς εκβίασαν τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν εμπόδισε την εμπλοκή της Τράπεζας Αττικής στην προσπάθειά τους να κάνουν καναλάρχη δικό τους εργολάβο δημοσίων έργων.
Με την ίδια αυταρχική λογική έχουν ξεκινήσει μια επιχείρηση χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Έχουν καταργήσει το τεκμήριο της αθωότητας και εμφανίζουν πολιτικούς αντιπάλους σαν ενόχους για σκάνδαλα, πριν οι υποθέσεις τους εξεταστούν.
Από τον τσαβισμό εμπνέεται και η πολιτική των επιδομάτων. Το καθεστώς Τσάβες κέρδισε μεγάλη κοινωνική υποστήριξη μοιράζοντας στους φτωχούς κατοίκους της Βενεζουέλας επιδόματα που προέρχονταν από τα έσοδα από το πετρέλαιο. Τον ενδιέφερε μόνο η λαϊκή υποστήριξη και όχι η ανάπτυξη μια υγιούς παραγωγικής οικονομίας και σε λίγο τα επιδόματα εξανεμίστηκαν από τον πληθωρισμό. Η κυβέρνηση Τσίπρα, για να μπορεί να μοιράζει επιδόματα στο τέλος της χρονιάς, υπονομεύει την ανάπτυξη περικόπτοντας συνεχώς το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας και θα έφτιαχνε υποδομές που θα στήριζαν μελλοντικές ιδιωτικές ενδύσεις. Όπως στο καθεστώς Τσάβες, θυσιάζεται η οικονομική ανάπτυξη για να εξαγοραστεί η εύνοια των πολιτών.
O Αλέξης Τσίπρας θα ήθελε να είναι Τσάβες ή Μαδούρο, αν μπορούσε. Οι αναφορές στο καθεστώς της Βενεζουέλας δεν είναι πλήρως υποκριτικές. Είναι μέρος των πολλών και διαφορετικών ταυτοτήτων, που με άνεση αλλάζει για να στηρίξει την καρέκλα του. Μια καινούρια ταυτότητα είναι αυτή του σοσιαλδημοκράτη.
Ο Τσίπρας αυτός είναι. Οι ιδεολογίες είναι αναλώσιμες, όπως και τα πρόσωπα. Γι’ αυτό αντικαθιστά τόσο εύκολα τον Καμμένο με εκείνους που σπεύδουν να φτιάξουν μαζί του τη νέα κεντροαριστερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου