Το καλό σενάριο είναι να βγαίνει ο μήνας όπως-όπως.
Πληρώνοντας μισθούς και συντάξεις με τα αποθεματικά των ασφαλιστικών
φορέων και άλλων οργανισμών του Δημοσίου, αξιοποιώντας ακόμη και
κοινοτικούς πόρους που προορίζονται για συγχρηματοδοτούμενα έργα αλλά
καταλήγουν στο μίζερο κρατικό ταμείο.
Το καλό σενάριο είναι να μένουμε στην ευρωζώνη έστω
ως ειδική περίπτωση και εξαίρεση, στο τελευταίο υπόγειο, σε ένα κατάδικό
μας περιθώριο. Σε μια διαρκή και άγονη διαπραγμάτευση με τους εταίρους
μας που δεν τους καταλαβαίνουμε και δεν μας καταλαβαίνουν, που μας
κουράζουν και τους κουράζουμε, που δεν μας αντέχουν ούτε τους αντέχουμε.
Το καλό σενάριο, με άλλα λόγια, είναι να σερνόμαστε. Να ξανακυλάμε στην ύφεση, να μη μειώνεται η εφιαλτική ανεργία, να οξύνεται το δημογραφικό πρόβλημα, να διαλύεται η έτσι κι αλλιώς ισχνή παραγωγική βάση, να μεγαλώνει η δυναμική της αποεπένδυσης και της μετανάστευσης, να γινόμαστε όλο και περισσότερο μια χώρα μη απασχολούμενων που θεωρεί ότι το πρόβλημά της είναι αμιγώς ευρωπαίκό και καθόλου εθνικό, επομένως δεν ενδιαφέρεται να το αντιμετωπίσει γιατί περιμένει εισαγόμενη λύση - το θαύμα που δεν έρχεται.
Το κακό σενάριο είναι να συμβεί το ατύχημα, ελεγχόμενο ή ανεξέλεγκτο. Με επίκεντρο τις τράπεζες ή όχι, για λίγο ή για περισσότερο, ξαφνικά ή με σχέδιο (των έξω). Να γίνει κάτι που θα μας αποδείξει ότι αυτό που βιώνουμε ως κανονικότητα είναι μια ακραία κατάσταση, κάτι που θα κατεδαφίσει τη συλλογική ψευδαίσθηση ότι για όλα φταίει η γερμανικής έμπνευσης λιτότητα που -κατά την κυρίαρχη ανάλυση στο εσωτερικό- είναι ιδεολογία και δεν οφείλεται στη δική μας οικονομική αποτυχία.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι δεν θα γίνει, τελικά, το τρακάρισμα γιατί οι πιστωτές-εταίροι δεν θα θέλήσουν να ρισκάρουν την αποσταθεροποίηση μιας χώρας με μεγάλο γεωπολιτικό ενδιαφέρον. Ελπίζει, δηλαδή, ότι στο παρά ένα θα μας δώσουν χρήματα χωρίς όρους ή με κάποιους όρους που θα αντέχονται πολιτικά από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ. Και εκτός από την ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο ούτε για να επιταχυνθεί η λύση ούτε για να αποφευχθεί η ρήξη.
Υπεδραστηριότητα στην επικοινωνία, αδράνεια στην πολιτική, λόγια-λόγια-λόγια, και μια μεταφυσική πίστη στο ευτυχισμένο τέλος της ιστορίας που εξελίσσεται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Ενώ όλες οι χώρες της ευρωζώνης δανείζονται με χαμηλά επιτόκια στις αγορές, ενώ το φθηνό πετρέλαιο και το φθηνό ευρώ προσφέρουν μεγάλες ευκαιρίες στις χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, ενώ το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης του Μ. Ντράγκι δίνει μια νέα δυνατότητα που προκαλεί ρωγμή στο γερμανικό δόγμα της δημοσιονομικής αυστηρότητας, εμείς δεν ακολουθούμε τους άλλους, μένουμε εκτός φάσης, φωνάζοντας ότι παλεύουμε για την αλλαγή του προσανατολισμού της ΕΕ. Μα η ΕΕ αλλάζει χωρίς εμάς που δεν αλλάζουμε, απλώς μιλάμε για αλλαγή, δική μας και των άλλων και μάλιστα ερήμην τους, αφού κανείς δεν μας ανέθεσε μια τέτοια αποστολή.
Μέσα σε όλα αυτά ισχύει και ότι οι πιστωτές συμπεριφέρονται τιμωρητικά, ή έστω με πρόθεση εκπειθαρχισμού, ζητώντας πράγματα που ξέρουν ότι είναι αδύνατο να περάσουν, όπως οι νέες μειώσεις στις συντάξεις μετά από πέντε χρόνια συνεχών περικοπών στα εισοδήματα και πτώσης του βιοτικού επιπέδου, όταν κάθε συνταξιούχος συντηρεί πια τουλάχιστον έναν άνεργο στο άμεσο περιβάλλον του, σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει σοβαρό κράτος πρόνοιας (ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα κοκ).
Αλλά δεν έχει νόημα να περιμένει ένας οφειλέτης λύπηση από τον δανειστή του, επείγει να βελτιώσει τη θέση του με κάθε τρόπο και αυτό δεν θα γίνει με την άρνηση της πραγματικότητας και με παραμύθια για χρήματα που θα πέσουν από τον ουρανό.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν καταλάβαμε τι μας συνέβη, δεν θελήσαμε να αναζητήσουμε τις απαντήσεις, δεν προσπαθήσαμε για να αντιμετωπίσουμε την υστέρησή μας, ούτε έστω να την αναγνωρίσουμε, μας κουράζει να σκεφτόμαστε, μας ξεκουράζει να καταπίνουμε βολικά ψέματα και να χορταίνουμε με εύπεπτες θεωρίες, μας αρέσουν οι απλουστεύσεις και οι γενικεύσεις, αποφεύγουμε τα σύνθετα νοήματα και το βάθος των πραγμάτων, μένουμε στα ρηχά και στα πεδινά, ούτε παραμέσα ούτε παραπάνω, νομίζουμε ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου, ότι μας χρωστάει η ζωή και η ιστορία, αστείοι μεγαλομανείς τύποι που κομπορρημονούν μέσα στο χάλι τους, χαμένοι σε μυθοπλασίες και φαντασιώσεις, υπερτιμάμε τον εαυτό μας, υποτιμάμε τους άλλους, είμαστε με την ΕΕ για τα κοινοτικά κονδύλια, δεν είμαστε με την ΕΕ για τους κοινούς κανόνες, κληρονόμοι ενός αξιοθαύμαστου παρελθόντος και πρωταγωνιστές του θλιβερού παρόντος, θέλουμε τα εύκολα και τα χαλαρά, έχει ο Θεός - που δεν έχει.
ΠΗΓΗ:
Το καλό σενάριο, με άλλα λόγια, είναι να σερνόμαστε. Να ξανακυλάμε στην ύφεση, να μη μειώνεται η εφιαλτική ανεργία, να οξύνεται το δημογραφικό πρόβλημα, να διαλύεται η έτσι κι αλλιώς ισχνή παραγωγική βάση, να μεγαλώνει η δυναμική της αποεπένδυσης και της μετανάστευσης, να γινόμαστε όλο και περισσότερο μια χώρα μη απασχολούμενων που θεωρεί ότι το πρόβλημά της είναι αμιγώς ευρωπαίκό και καθόλου εθνικό, επομένως δεν ενδιαφέρεται να το αντιμετωπίσει γιατί περιμένει εισαγόμενη λύση - το θαύμα που δεν έρχεται.
Το κακό σενάριο είναι να συμβεί το ατύχημα, ελεγχόμενο ή ανεξέλεγκτο. Με επίκεντρο τις τράπεζες ή όχι, για λίγο ή για περισσότερο, ξαφνικά ή με σχέδιο (των έξω). Να γίνει κάτι που θα μας αποδείξει ότι αυτό που βιώνουμε ως κανονικότητα είναι μια ακραία κατάσταση, κάτι που θα κατεδαφίσει τη συλλογική ψευδαίσθηση ότι για όλα φταίει η γερμανικής έμπνευσης λιτότητα που -κατά την κυρίαρχη ανάλυση στο εσωτερικό- είναι ιδεολογία και δεν οφείλεται στη δική μας οικονομική αποτυχία.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι δεν θα γίνει, τελικά, το τρακάρισμα γιατί οι πιστωτές-εταίροι δεν θα θέλήσουν να ρισκάρουν την αποσταθεροποίηση μιας χώρας με μεγάλο γεωπολιτικό ενδιαφέρον. Ελπίζει, δηλαδή, ότι στο παρά ένα θα μας δώσουν χρήματα χωρίς όρους ή με κάποιους όρους που θα αντέχονται πολιτικά από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ. Και εκτός από την ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο ούτε για να επιταχυνθεί η λύση ούτε για να αποφευχθεί η ρήξη.
Υπεδραστηριότητα στην επικοινωνία, αδράνεια στην πολιτική, λόγια-λόγια-λόγια, και μια μεταφυσική πίστη στο ευτυχισμένο τέλος της ιστορίας που εξελίσσεται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Ενώ όλες οι χώρες της ευρωζώνης δανείζονται με χαμηλά επιτόκια στις αγορές, ενώ το φθηνό πετρέλαιο και το φθηνό ευρώ προσφέρουν μεγάλες ευκαιρίες στις χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, ενώ το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης του Μ. Ντράγκι δίνει μια νέα δυνατότητα που προκαλεί ρωγμή στο γερμανικό δόγμα της δημοσιονομικής αυστηρότητας, εμείς δεν ακολουθούμε τους άλλους, μένουμε εκτός φάσης, φωνάζοντας ότι παλεύουμε για την αλλαγή του προσανατολισμού της ΕΕ. Μα η ΕΕ αλλάζει χωρίς εμάς που δεν αλλάζουμε, απλώς μιλάμε για αλλαγή, δική μας και των άλλων και μάλιστα ερήμην τους, αφού κανείς δεν μας ανέθεσε μια τέτοια αποστολή.
Μέσα σε όλα αυτά ισχύει και ότι οι πιστωτές συμπεριφέρονται τιμωρητικά, ή έστω με πρόθεση εκπειθαρχισμού, ζητώντας πράγματα που ξέρουν ότι είναι αδύνατο να περάσουν, όπως οι νέες μειώσεις στις συντάξεις μετά από πέντε χρόνια συνεχών περικοπών στα εισοδήματα και πτώσης του βιοτικού επιπέδου, όταν κάθε συνταξιούχος συντηρεί πια τουλάχιστον έναν άνεργο στο άμεσο περιβάλλον του, σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει σοβαρό κράτος πρόνοιας (ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα κοκ).
Αλλά δεν έχει νόημα να περιμένει ένας οφειλέτης λύπηση από τον δανειστή του, επείγει να βελτιώσει τη θέση του με κάθε τρόπο και αυτό δεν θα γίνει με την άρνηση της πραγματικότητας και με παραμύθια για χρήματα που θα πέσουν από τον ουρανό.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν καταλάβαμε τι μας συνέβη, δεν θελήσαμε να αναζητήσουμε τις απαντήσεις, δεν προσπαθήσαμε για να αντιμετωπίσουμε την υστέρησή μας, ούτε έστω να την αναγνωρίσουμε, μας κουράζει να σκεφτόμαστε, μας ξεκουράζει να καταπίνουμε βολικά ψέματα και να χορταίνουμε με εύπεπτες θεωρίες, μας αρέσουν οι απλουστεύσεις και οι γενικεύσεις, αποφεύγουμε τα σύνθετα νοήματα και το βάθος των πραγμάτων, μένουμε στα ρηχά και στα πεδινά, ούτε παραμέσα ούτε παραπάνω, νομίζουμε ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου, ότι μας χρωστάει η ζωή και η ιστορία, αστείοι μεγαλομανείς τύποι που κομπορρημονούν μέσα στο χάλι τους, χαμένοι σε μυθοπλασίες και φαντασιώσεις, υπερτιμάμε τον εαυτό μας, υποτιμάμε τους άλλους, είμαστε με την ΕΕ για τα κοινοτικά κονδύλια, δεν είμαστε με την ΕΕ για τους κοινούς κανόνες, κληρονόμοι ενός αξιοθαύμαστου παρελθόντος και πρωταγωνιστές του θλιβερού παρόντος, θέλουμε τα εύκολα και τα χαλαρά, έχει ο Θεός - που δεν έχει.
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου