Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Αναγκαία «ένεση» οι μετανάστες για την Ε.Ε.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ
Κατά μία έννοια, η θεαματική αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς τις χώρες της Ε.Ε., ιδιαίτερα φέτος, είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται η Ευρώπη. Σε μεγάλο μέρος της, από τη Γερμανία και τις πρώην κομμουνιστικές χώρες ώς την Ελλάδα και την Κύπρο, επιβεβαιώνει πανηγυρικά την ονομασία της ως Γηραιάς Ηπείρου: δείκτες γονιμότητας υπό διαρκή ύφεση (σε πολλές χώρες κάτω από τα όρια της «ελάχιστης γονιμότητας»), προβλέψεις για σημαντική μείωση του πληθυσμού και εκτόξευση των δεικτών εξάρτησης γήρατος (του ποσοστού συνταξιούχων προς εργαζόμενους) συνθέτουν ένα σκηνικό δημογραφικού μαρασμού, με ολέθριες οικονομικές συνέπειες.

Αναγκαία συνθήκη για την καταπολέμηση του φαινομένου, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι η απορρόφηση μεγάλου αριθμού αλλοδαπών εργαζομένων στις χώρες που πλήττονται από υπογεννητικότητα. Η επίμαχη στροφή της Αγκελα Μέρκελ στο προσφυγικό συνδέεται εν μέρει με το γεγονός αυτό, το οποίο εξέφρασε προ μηνών, μιλώντας στην «Κ», ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων, Ούλριχ Γκρίλο. Οπως είπε ο κ. Γκρίλο: «Σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη, ο αριθμός των Γερμανών εργασιακής ηλικίας θα μειωθεί από 45 εκατομμύρια σήμερα στα 29 εκατομμύρια το 2050. Αυτό το χάσμα πρέπει να καλυφθεί. Πέντε εκατομμύρια περίπου μπορούν να προκύψουν από την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, ενώ θα αυξηθεί και η διάρκεια της εργασιακής ζωής. Αλλά χωρίς εξειδικευμένους μετανάστες δεν θα καλυφθεί πλήρως το χάσμα, και δεν θα μπορέσουμε να αναπτυχθούμε».

Ισως όμως σε κανένα άλλο ζήτημα να μη συγκρούονται τόσο έντονα η οικονομική λογική και η πολιτική πραγματικότητα. Ακόμα και στην ευημερούσα Γερμανία, όπου η ανεργία έχει πέσει σε χαμηλό 24 ετών, οι αντιδράσεις –στο κυβερνών κόμμα και στην κοινωνία– έναντι της πολιτικής ανοικτών συνόρων της καγκελαρίου διογκώνονται επικίνδυνα. Στην Ελλάδα, που εισήλθε στο τέταρτο συνεχόμενο έτος με ποσοστό ανεργίας άνω του 25%, και όπου ένα ανοιχτά ρατσιστικό κόμμα είναι τρίτη δύναμη στη Βουλή, τι περιθώρια υπάρχουν για άμβλυνση των δημογραφικών πιέσεων στην οικονομία και το κράτος πρόνοιας μέσω της προσέλκυσης μεταναστών στην αγορά εργασίας;

Οπως σε τόσους άλλους τομείς, η ύφεση ήλθε κι εδώ να επιδεινώσει τις συνέπειες ενός ήδη προβληματικού θεσμικού πλαισίου. «Παρά τις αυξημένες ροές μεταναστών από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, που συνέβαλαν ποικιλοτρόπως στους υψηλούς δείκτες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η κοινωνικοοικονομική ενσωμάτωση των μεταναστών παρέμενε ατελής» εξηγεί η Αλεξάνδρα Τραγάκη, αναπληρώτρια καθηγήτρια Οικονομικής Δημογραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. «Η συμμετοχή στην επίσημη οικονομία, και άρα η συνεισφορά τους στα ασφαλιστικά ταμεία, καθίστατο δυσχερής εξαιτίας των παράλογων όρων χορήγησης πράσινης κάρτας. Στη συνέχεια, δεν πρόλαβαν να επωφεληθούν από τη βελτίωση των όρων αυτών, γιατί ακολούθησε η κρίση, που είχε ως αποτέλεσμα πολλοί να χάσουν τις δουλειές τους, να μην μπορούν να ανανεώσουν τις πράσινες κάρτες τους και να διολισθήσουν ξανά στην άτυπη οικονομία».

Είναι αλήθεια ότι κατά τα τελευταία χρόνια της ευδαιμονίας, οι γεννήσεις από αλλοδαπούς ήταν ο παράγοντας που ανέτρεψε το αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων από τον ελληνικό πληθυσμό και επέτρεψε την αύξηση του πληθυσμού της χώρας έως και το 2010. Ενδεικτικά, την περίοδο 2004-9 καταγράφηκαν 76.300 περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις Ελλήνων, ενώ μεταξύ αλλοδαπών, σημειώθηκαν 108.000 περισσότερες γεννήσεις.

Ωστόσο η κρίση δεν έχει επιδράσει αρνητικά μόνο στη διάθεση των Ελλήνων να κάνουν οικογένεια. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο αριθμός των γεννήσεων από αλλοδαπές γυναίκες στην Ελλάδα μειώνεται κάθε χρόνο από το 2010-4, με την αθροιστική μείωση στην τετραετία να προσεγγίζει το 45%. Αυτό έρχεται να προστεθεί στη ευρέως παρατηρούμενη τάση των μεταναστών να προσαρμόζονται με τις τάσεις στη χώρα υποδοχής: «Η γονιμότητα των μεταναστών συγκλίνει ταχέως με τα επίπεδα γονιμότητας της χώρας υποδοχής» σημειώνει ο Φραντσέσκο Μπιλάρι, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Οπως εξηγεί, «η μετανάστευση έχει ήδη επιβραδύνει τον ρυθμό γήρανσης του πληθυσμού στη Ν. Ευρώπη (Ιταλία, Ισπανία). Χώρες με χαμηλή γονιμότητα και χαμηλά επίπεδα μετανάστευσης (Ιαπωνία, Ν. Κορέα), γερνάνε πολύ ταχύτερα». Ωστόσο, σημειώνει ο Ιταλός καθηγητής, «δεδομένης της σημερινής οικονομικής κατάστασης στη Ν. Ευρώπη, θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί πολιτική συναίνεση υπέρ της αυξημένης εισροής μεταναστών. Επιπλέον, οι ίδιοι οι μετανάστες είναι πιθανότερο να προτιμούν χώρες που τα πηγαίνουν καλύτερα».
Ανεπαρκές φρένο κατά της γήρανσης
Οι διαστάσεις του δημογραφικού προβλήματος της χώρας αναδεικνύονται αν εξετάσουμε τον δείκτη εξάρτησης γήρατος, του λόγου δηλαδή της ηλικιακής κατηγορίας 15-64 ετών προς την κατηγορία άνω των 65 ετών. Ο δείκτης αυτός στην Ελλάδα αυξήθηκε από 27,1% το 2004 σε 30,7% το 2013, ενώ προβλέπεται να εκτοξευθεί στο 60,2% το 2060. Ο απόλυτος αριθμός των απασχολουμένων στην ελληνική οικονομία έχει μειωθεί από 4,61 εκατομμύρια άτομα το 2008 σε 3,51 εκατ. το 2013.

Την ίδια περίοδο, οι ακαθάριστες ροές αλλοδαπών προς την Ελλάδα μειώνονται με ταχείς ρυθμούς. Από 65.318 άτομα το 2005 είχαν ήδη μειωθεί σε 46.534 το 2009, για να κατρακυλήσουν στα 17.732 άτομα το 2012. Η μείωση αυτή, πέρα από την εντατικοποίηση της αστυνόμευσης των συνόρων, δεν είναι ασύνδετη με το γεγονός ότι η επίδραση της ύφεσης στην ανεργία ήταν εντονότερη μεταξύ των μεταναστών από ό,τι στον εγχώριο πληθυσμό: ήδη από το α΄ τρίμηνο του 2011, ενώ ο γενικός δείκτης ανεργίας κυμαινόταν στο 15%, μεταξύ των μεταναστών είχε φτάσει το 20%.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με στοιχεία του 2014, η Ελλάδα παρουσίαζε τον χαμηλότερο δείκτη απασχόλησης του αλλοδαπού πληθυσμού της από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ (50,3%). Το 2009, στις απαρχές της κρίσης, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 66% – αισθητά υψηλότερο από τον μ.ό. του ΟΟΣΑ.
ΠΗΓΗ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου