Του Νίκου Τσούλια
Μια απόλυτα προσωπική αφήγηση, που ίσως ενδιαφέρει…
Βλέπω τον Κόσμο
και ερμηνεύω την πραγματικότητα μέσα από τη ματιά του εκπαιδευτικού.
Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου πώς θα ήτανε χωρίς την εκπαιδευτική
αφήγηση. Και μια τέτοια αδυναμία συνιστά την απόλυτη και καθολική
επικράτηση αυτής της αφήγησης ως συστατικό και πρώτο των πρώτων στοιχείο
της προσωπικότητάς μου.
Βιώνω τη ζωή μου ως εκπαιδευτικός. Νιώθω ότι έχει
αποικιστεί και το προ της εκπαιδευτικής μου καριέρας παρελθόν μου αλλά και ό,τι θα ακολουθήσει μετά την καριέρα μου. Και αυτό δεν είναι μόνο μια πολύ ισχυρή φαντασίωση – είναι μια προσωπική θεωρία που έχει παντού «σημάδια». Διάσπαρτοι, παντού και πάντα παρόντες υπάρχουν μαθητές και μαθήτριές μου που χρωματίζουν τη δική μου ονειροφαντασιακή εσωτερικότητα με τη βεβαιότητα της δικής τους απτής πραγματικότητας. Στο δε μικρό χωριό μου, στη βασική εστία της ζωής μου, πάντα έλεγαν και λένε «ο Νίκος ο καθηγητής» – και είχαν αντικαταστήσει το επώνυμό μου.
Η ισχυρή λειτουργία της εκπαίδευσης και του σχολείου επηρεάζει την προσωπικότητα ακόμα και το χαρακτήρα του εκπαιδευτικού. Η σκέψη μου και η κοσμοθεωρία μου, ο τρόπος ερμηνείας του κόσμου και η αισθητική αντίληψή μου, η κουλτούρα μου και η συμπεριφορά μου έχουν διαποτιστεί από την ιερή τελετουργία της διδασκαλίας, από την απόλυτα ουμανιστική εγκαθίδρυση της σχέσης «παιδαγωγού – παιδαγωγούμενου». Και όταν η άσκηση της ζωής μου δεν έχει τα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού, τότε γνωρίζω ότι έχω μετατοπιστεί προς λιγότερο πολιτισμένες συμπεριφορές. Πόσες και πόσες φορές δεν συμπεριφερόμαστε εμείς οι εκπαιδευτικοί στις παρέες και στις οικογένειές μας με βάση την επαγγελματική ιδιότητά μας – εκφράζοντας άλλοτε θετικά στοιχεία (ορθολογική τεκμηρίωση του λόγου, σεβασμός στο συνομιλητή…) και άλλοτε αρνητικά (διδακτικό ύφος, αφ’ υψηλού παρατηρήσεις…) γενόμενοι πότε θετικοί και πότε αρνητικοί συζητητές…
Δεν έχω κατανοήσει ποια είναι ακριβώς η εκπαιδευτική σύσταση, που διαπερνά όλη μου την υπόσταση και μορφοποιείται σε κάθε κίνησή μου. Προφανώς πρέπει να είναι η ισχυρή ακτινοβολία του σχολικού θεσμού, η πάντα νεανική αύρα της αίθουσας, η μοναδική γοητεία της διδασκαλίας. Μπορεί εξωτερικά να είναι μια μορφή μονομέρειας αλλά κυρίως είναι μια μορφή ενεργού κοινωνικής και πολιτισμικής λειτουργίας, που με επικαθορίζει ακόμα και στον πιο στενό πυρήνα της ύπαρξής μου. «Πιάνω» τον εαυτό μου να δίνει κάθε φορά εξετάσεις και να είμαι απόλυτα προσεκτικός και στην επαγγελματική μου ενασχόληση και στην κοινωνική μου λειτουργία για να μην προσβάλλω την ιερότητα του εκπαιδευτικού επαγγέλματος και λειτουργήματος. Γιατί έχω συνειδητοποιήσει ότι κάθε μαύρη σκιά που θα αφήσω θα μείνει χαραγμένη στη μήτρα της μνήμης των μαθητών για όλη τους τη ζωή. Τι πιο οδυνηρό για τη συνείδηση του εκπαιδευτικού;
Και αυτή η αίσθηση ευθύνης γνώρισε το απόλυτο μεγαλείο και το πιο βαρύ φορτίο όταν για επτά χρόνια «βρέθηκα» Πρόεδρος των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ήταν η πιο όμορφη και δημιουργική περίοδος της ζωής μου και η πιο βαθιά συνειδητοποιημένη κοινωνική μου λειτουργία. Ένιωθα συνεχώς μια περίεργη ευθύνη: να μην κάνω κάτι που θα «επιπέσει» επ’ όλων των εκπαιδευτικών που εκπροσωπούσα θεσμικά. Πρόσεχα τις σκέψεις μου και τις προτάσεις μου, τις έννοιες και τις λέξεις που χρησιμοποιούσα στην εκφορά του δημόσιου λόγου μου με μια παράξενη τάση προκαταβολικής ενοχής, σαν να είχα κάθε φορά απέναντί μου τους 90.000 εκπαιδευτικούς, που με αφορμή το παραμικρό μου ψεγάδι θα μου ζητούσαν εξηγήσεις. Γι’ αυτό είχα φτιάξει ασφαλή καταφύγια και δεν έκανα τουλάχιστον το μεγάλο λάθος (και ίσως γι’ αυτό εκλέχτηκα τέσσερις συνεχόμενες θητείες – κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στη μακρά ιστορία της ΟΛΜΕ).
Ήταν λοιπόν καταφύγια ασφαλή και κίνητρα ισχυρά: η βαθιά επίγνωση της ευθύνης, η καθαρότητα της συνείδησης, η δύναμη της συλλογικότητας, το διαρκές και συστηματικό διάβασμα, η καλή ενημέρωση για τα πιο ουσιώδη τουλάχιστον ζητήματα της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού. Και κατέκτησα την εκπαιδευτική μου ουσία στην πράξη και όχι μόνο ως στοιχείο της κοσμοθεωρίας μου. Έτσι, όταν βρέθηκα σε διλήμματα επιλογής μετά την προεδρία της ΟΛΜΕ με εναλλακτικές προτάσεις πολύ πιο «φιλόδοξες», δεν ταλαντεύτηκα καθόλου. Επέλεξα τη σχολική μου διαδρομή, του εκπαιδευτικού της σχολικής αίθουσας μη κάνοντας ποτέ ούτε καν αίτηση για θέση Διευθυντή σχολείου.
Αν δεν ήμουνα εκπαιδευτικός, θα ήμουνα πολύ διαφορετικός. Νιώθω ότι δεν θα ήμουνα εγώ (!), και δεν μπορώ να επινοήσω κανένα άλλο εναλλακτικό σχήμα επαγγελματικής δραστηριότητας, που θα με εξέφραζε τόσο αυθεντικά. Προοικονομώντας το μέλλον μου και για την προς το «τέλος μου» χρονική περίοδο μπορώ από τώρα να ισχυριστώ ότι έζησα τη ζωή μου ως εκπαιδευτικός και είναι ένας από τους πιο βασικούς λόγους που ζω και …έζησα καλά! Αλλά όταν μπορείς να αποχαιρετάς τη ζωή σου με το αίσθημα της πληρότητας – και μάλιστα από πριν -, δεν αγγίζεις την απόλυτη ομορφιά, δεν γεύεσαι το νόημα της ίδιας της ζωής;
Βιώνω τη ζωή μου ως εκπαιδευτικός. Νιώθω ότι έχει
αποικιστεί και το προ της εκπαιδευτικής μου καριέρας παρελθόν μου αλλά και ό,τι θα ακολουθήσει μετά την καριέρα μου. Και αυτό δεν είναι μόνο μια πολύ ισχυρή φαντασίωση – είναι μια προσωπική θεωρία που έχει παντού «σημάδια». Διάσπαρτοι, παντού και πάντα παρόντες υπάρχουν μαθητές και μαθήτριές μου που χρωματίζουν τη δική μου ονειροφαντασιακή εσωτερικότητα με τη βεβαιότητα της δικής τους απτής πραγματικότητας. Στο δε μικρό χωριό μου, στη βασική εστία της ζωής μου, πάντα έλεγαν και λένε «ο Νίκος ο καθηγητής» – και είχαν αντικαταστήσει το επώνυμό μου.
Η ισχυρή λειτουργία της εκπαίδευσης και του σχολείου επηρεάζει την προσωπικότητα ακόμα και το χαρακτήρα του εκπαιδευτικού. Η σκέψη μου και η κοσμοθεωρία μου, ο τρόπος ερμηνείας του κόσμου και η αισθητική αντίληψή μου, η κουλτούρα μου και η συμπεριφορά μου έχουν διαποτιστεί από την ιερή τελετουργία της διδασκαλίας, από την απόλυτα ουμανιστική εγκαθίδρυση της σχέσης «παιδαγωγού – παιδαγωγούμενου». Και όταν η άσκηση της ζωής μου δεν έχει τα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού, τότε γνωρίζω ότι έχω μετατοπιστεί προς λιγότερο πολιτισμένες συμπεριφορές. Πόσες και πόσες φορές δεν συμπεριφερόμαστε εμείς οι εκπαιδευτικοί στις παρέες και στις οικογένειές μας με βάση την επαγγελματική ιδιότητά μας – εκφράζοντας άλλοτε θετικά στοιχεία (ορθολογική τεκμηρίωση του λόγου, σεβασμός στο συνομιλητή…) και άλλοτε αρνητικά (διδακτικό ύφος, αφ’ υψηλού παρατηρήσεις…) γενόμενοι πότε θετικοί και πότε αρνητικοί συζητητές…
Δεν έχω κατανοήσει ποια είναι ακριβώς η εκπαιδευτική σύσταση, που διαπερνά όλη μου την υπόσταση και μορφοποιείται σε κάθε κίνησή μου. Προφανώς πρέπει να είναι η ισχυρή ακτινοβολία του σχολικού θεσμού, η πάντα νεανική αύρα της αίθουσας, η μοναδική γοητεία της διδασκαλίας. Μπορεί εξωτερικά να είναι μια μορφή μονομέρειας αλλά κυρίως είναι μια μορφή ενεργού κοινωνικής και πολιτισμικής λειτουργίας, που με επικαθορίζει ακόμα και στον πιο στενό πυρήνα της ύπαρξής μου. «Πιάνω» τον εαυτό μου να δίνει κάθε φορά εξετάσεις και να είμαι απόλυτα προσεκτικός και στην επαγγελματική μου ενασχόληση και στην κοινωνική μου λειτουργία για να μην προσβάλλω την ιερότητα του εκπαιδευτικού επαγγέλματος και λειτουργήματος. Γιατί έχω συνειδητοποιήσει ότι κάθε μαύρη σκιά που θα αφήσω θα μείνει χαραγμένη στη μήτρα της μνήμης των μαθητών για όλη τους τη ζωή. Τι πιο οδυνηρό για τη συνείδηση του εκπαιδευτικού;
Και αυτή η αίσθηση ευθύνης γνώρισε το απόλυτο μεγαλείο και το πιο βαρύ φορτίο όταν για επτά χρόνια «βρέθηκα» Πρόεδρος των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ήταν η πιο όμορφη και δημιουργική περίοδος της ζωής μου και η πιο βαθιά συνειδητοποιημένη κοινωνική μου λειτουργία. Ένιωθα συνεχώς μια περίεργη ευθύνη: να μην κάνω κάτι που θα «επιπέσει» επ’ όλων των εκπαιδευτικών που εκπροσωπούσα θεσμικά. Πρόσεχα τις σκέψεις μου και τις προτάσεις μου, τις έννοιες και τις λέξεις που χρησιμοποιούσα στην εκφορά του δημόσιου λόγου μου με μια παράξενη τάση προκαταβολικής ενοχής, σαν να είχα κάθε φορά απέναντί μου τους 90.000 εκπαιδευτικούς, που με αφορμή το παραμικρό μου ψεγάδι θα μου ζητούσαν εξηγήσεις. Γι’ αυτό είχα φτιάξει ασφαλή καταφύγια και δεν έκανα τουλάχιστον το μεγάλο λάθος (και ίσως γι’ αυτό εκλέχτηκα τέσσερις συνεχόμενες θητείες – κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στη μακρά ιστορία της ΟΛΜΕ).
Ήταν λοιπόν καταφύγια ασφαλή και κίνητρα ισχυρά: η βαθιά επίγνωση της ευθύνης, η καθαρότητα της συνείδησης, η δύναμη της συλλογικότητας, το διαρκές και συστηματικό διάβασμα, η καλή ενημέρωση για τα πιο ουσιώδη τουλάχιστον ζητήματα της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού. Και κατέκτησα την εκπαιδευτική μου ουσία στην πράξη και όχι μόνο ως στοιχείο της κοσμοθεωρίας μου. Έτσι, όταν βρέθηκα σε διλήμματα επιλογής μετά την προεδρία της ΟΛΜΕ με εναλλακτικές προτάσεις πολύ πιο «φιλόδοξες», δεν ταλαντεύτηκα καθόλου. Επέλεξα τη σχολική μου διαδρομή, του εκπαιδευτικού της σχολικής αίθουσας μη κάνοντας ποτέ ούτε καν αίτηση για θέση Διευθυντή σχολείου.
Αν δεν ήμουνα εκπαιδευτικός, θα ήμουνα πολύ διαφορετικός. Νιώθω ότι δεν θα ήμουνα εγώ (!), και δεν μπορώ να επινοήσω κανένα άλλο εναλλακτικό σχήμα επαγγελματικής δραστηριότητας, που θα με εξέφραζε τόσο αυθεντικά. Προοικονομώντας το μέλλον μου και για την προς το «τέλος μου» χρονική περίοδο μπορώ από τώρα να ισχυριστώ ότι έζησα τη ζωή μου ως εκπαιδευτικός και είναι ένας από τους πιο βασικούς λόγους που ζω και …έζησα καλά! Αλλά όταν μπορείς να αποχαιρετάς τη ζωή σου με το αίσθημα της πληρότητας – και μάλιστα από πριν -, δεν αγγίζεις την απόλυτη ομορφιά, δεν γεύεσαι το νόημα της ίδιας της ζωής;
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου