Άλλη μια φτηνή επικοινωνιακή προπαγάνδα και το τέλος ενός εμπαιγμού…
Του Νίκου Τσούλια
Το όλο πρόβλημα του διορισμού των
εκπαιδευτικών έχει αποκτήσει δύσκολες όψεις κυρίως λόγω της αναστολής
του καθ’ όλη τη διάρκεια των μνημονιακών πολιτικών αλλά και λόγω του
θρυμματισμού του τρόπου διορισμού.
Σήμερα κανένας δεν γνωρίζει το: πότε, πόσοι
και πώς θα γίνουν οι διορισμοί των εκπαιδευτικών! Και αν το Υπουργείο
Παιδείας εμφανίζεται με ανούσιες δηλώσεις ότι έχει σχέδιο(!), αυτό το
κάνει για να μην παρουσιάζεται θεσμικό κενό στο πεδίο της πολιτικής του,
ότι δηλαδή δεν είναι αρμόδιο προς τούτο και ότι δεν ασχολείται.
Άλλωστε, το ότι εμπαίζει τους αδιόριστους εκπαιδευτικούς εδώ και δύο
χρόνια αποδείχτηκε με τον πιο απόλυτο τρόπο μετά τις δηλώσεις του κ.
Γαβρόγλου στη συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο» και κυρίως από τις
απαντήσεις της κ. Γεροβασίλη στην αντιπροσωπεία της ΑΔΕΔΥ. Και το πιο
φοβερό είναι ότι δεν αισθάνονται την ανάγκη να απολογηθούν για το συνεχή
εμπαιγμό.
Για να συζητηθεί το όλο ζήτημα, οφείλουμε να
προσεγγίσουμε είτε βασικές και σταθερές παραμέτρους που το διαμορφώνουν
είτε αστάθμητους παράγοντες που συνδέονται με το όλο πρόβλημα της κρίσης
και της εν πολλοίς εικονικής αυτόνομης κυβερνητικής πολιτικής (και)
στην εκπαίδευση λόγω των δεσμεύσεων του μνημονίου. Ποιες είναι οι
βασικές σταθερές; Ξεκινάμε από τις ανάγκες των σχολείων, οι οποίες είναι
και ο οδηγός της συζήτησής μας. Εδώ όμως το ζήτημα περιπλέκεται, γιατί
δεν μπορούν να αξιολογηθούν οι ανάγκες λόγω των «παρείσακτων»
μεταβλητών, που άλλες έχουν τεθεί και είναι γνωστές και άλλες γίνονται
συγκεκριμένες μόνο κατά τη φάση υλοποίησης των διορισμών.
Το μνημόνιο, που έχει ήδη ψηφίσει η κυβέρνηση,
περιλαμβάνει μια δέσμη μέτρων εκ των οποίων άλλα είναι δεσμευτικά και
άλλα είναι δυνητικά και εξαρτώνται από την όλη πορεία της
ετεροκαθορισμένης κυβερνητικής πολιτικής και πρωτίστως από την εξέλιξη
της οικονομίας της χώρας μας. Σ’ αυτό το μίγμα περιλαμβάνονται: το νέο
κύμα κατάργησης σχολικών μονάδων, η μείωση του ωραρίου λειτουργίας των
λυκείων αυτή τη φορά, η σχέση 1:4 αριθμού διορισμών προς τον
«αντίστοιχο» αριθμό συνταξιοδότησης εκπαιδευτικών, η αύξηση του ωραρίου
των εκπαιδευτικών, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και οι εκροές της που
επιζητούν οι «θεσμοί» για όσους εκπαιδευτικούς δεν ασκούν διδακτικό
έργο, η συρρίκνωση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, ο ακρωτηριασμός του
λυκείου με την κατάργηση γνωστικών αντικειμένων, η αναλογία
εκπαιδευτικών προς μαθητές, όπως την προσεγγίζει η εργαλειοθήκη του
Ο.Ο.Σ.Α. (και η οποία έχει πάρει τη θέση ιδεολογικού / εκπαιδευτικού
καθοδηγητή της αριστερής μας κυβέρνησης) και τέλος η υπαρκτή μείωση του
αριθμού των μαθητών για τα επόμενα χρόνια για τα οποία σχεδιάζονται οι
διορισμοί. Αυτή είναι η μια όψη των περιοριστικών παραγόντων.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να συζητηθεί το
σύνολο της αναπτυξιακής πλευράς της εκπαίδευσης: οι νέες προκλήσεις και
προτεραιότητες που έχουν ήδη τεθεί αλλά έχουν παγώσει λόγω των
μνημονίων˙ για παράδειγμα, η εφαρμογή της ενιαίας συμπεριληπτικής
εκπαίδευσης για «ένα σχολείο για όλα τα παιδιά χωρίς κανέναν
αποκλεισμό», όπως επιτάσσουν η ειδική παιδαγωγική, οι βασικοί
προσανατολισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι διεθνείς διακηρύξεις και
συμβάσεις που έχει ήδη υπογράψει και η χώρα μας. Αλλά για να τεθεί η
αναπτυξιακή πλευρά σε όλη της την έκταση θα πρέπει να υπάρχει συνολική
αναπτυξιακή πολιτική πρόταση, κάτι που δεν φαίνεται καν να απασχολεί την
…προοδευτική αριστεροακροδεξιά συγκυβέρνηση.
Στο επιμέρους θέμα του πότε μπορούν να γίνουν
διορισμοί πέραν των όλων περιορισμών που ετέθησαν παραπάνω, για να
μπορούμε να μιλάμε σε υπαρκτό πολιτικό χρόνο υλοποίησης αυτής της
κυβέρνησης θα πρέπει να υπάρξουν αποφάσεις εντός της τρέχουσας σχολικής
χρονιάς, με θεωρητικό στόχο την εφαρμογή για το σχολικό έτος 2018-19.
Αλλά επειδή η πολιτική αστάθεια είναι ένα από τα χαρακτηριστικά των
μνημονιακών κυβερνήσεων και έχουμε ταχεία ανάλωση των κυβερνήσεων και
των πρωθυπουργών, προστίθεται και αυτό το εξωγενές πρόβλημα. Όσον αφορά
τη σημερινή κυβέρνηση δεν φαίνεται στο ορατό μέλλον να καταθέτει κάποια
σχετική πρόταση. Και αυτή η στάση είναι συνεπής ως προς τη γενικότερη
κυβερνητική πολιτική, που χαρακτηρίζεται από δημαγωγία, γενικολογία και
παθολογική λατρεία προς τη δημοσιότητα. Στα δύο χρόνια το Υπουργείο
Παιδείας δεν έχει πάρει καμιά σημαντική απόφαση˙ ακόμα και ό,τι ανοίγει –
πανελλαδικές εξετάσεις, εθνικό απολυτήριο, αξιολόγηση, αναλυτικά
προγράμματα κλπ – το αφήνει στη μέση.
Το πώς θα γίνουν οι διορισμοί θεωρώ ότι θα
πρέπει να κινηθούμε με πνεύμα σύνθεσης των αντιλήψεων όλων των
ενδιαφερόμενων πλευρών. Δεν μπορεί να αποκλειστεί καμιά πλευρά. Εδώ
υπάρχει η βάση εκκίνησης, η οποία περιλαμβάνει τις εξής πλευρές: α)
τήρηση της νομιμότητας και των όποιων δεσμεύσεών της, β) διαδικασία
διορισμού υπό την αιγίδα του ΑΣΕΠ, γ) μοριοδότηση με βάση αντικειμενικά
κριτήρια (προϋπηρεσία, επιτυχία στον ΑΣΕΠ, τυπικά προσόντα κ.ά.) και δ)
υλοποίηση όλων των σχετικών δικαστικών αποφάσεων. Ο διάλογος που
απαιτείται στο σημείο αυτό οφείλεται να είναι ουσιαστικός. Την ευθύνη
της τελικής πρότασης προφανώς την έχει το Υπουργείο Παιδείας λαμβάνοντας
προφανώς υπόψη και τις νομικές αρμοδιότητες του ΑΣΕΠ. Αλλά ο διάλογος
δεν μπορεί να γίνει χωρίς αρχική πρόταση εκ μέρους του Υπουργείου. Γιατί
αν ακολουθηθεί η πολιτικά ύποπτη θεώρηση – που συνηθίζει το Υπουργείο –
του τύπου: «καταθέστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι τις προτάσεις σας και εγώ
θα αποφασίσω μετά», τότε μια τέτοια διαδικασία δεν είναι διάλογος αλλά
συζήτηση χωρίς νόημα και αξία και θα χρησιμοποιηθεί από το Υπουργείο ως
άλλοθι – με την έννοια των αντιτιθέμενων συμφερόντων – απέναντι στις
απογοητεύσεις που θα υπάρξουν.
Έχει καταπιεί η μαύρη λήθη τη δήλωση του κ.
Βερναδάκη ότι θα ανακοινωθεί σύντομα η διαδικασία διορισμών 20.000
μόνιμων εκπαιδευτικών (!), ότι θα γίνει και διυπουργική σύσκεψη και ότι
οι διορισμοί θα ανακοινωθούν από τον κ. Τσίπρα – όπως κόβει και τις
κορδέλες ανά τμήμα κάποιου δρόμου – προφανώς για να …επενδυθεί κομματικά
η όλη υπόθεση σε ένα κυβερνητικό σύστημα που ήδη έχει καταρρεύσει. Και
σήμερα τι διαπιστώνεται; Ότι δεν υπάρχει ούτε πρόταση του συστήματος
διορισμού ούτε το ζήτημα έχει καν τεθεί στους «θεσμούς» ούτε
χρονοδιάγραμμα φαίνεται στον ορίζοντα. Υπάρχει αφθονία δηλώσεων που δεν
δηλώνουν τίποτα. Είμαστε στο απόλυτο μηδέν, στην πλήρη ακινησία!
Θεωρώ ότι το εκπαιδευτικό μας κίνημα οφείλει να
κάνει μια Σύσκεψη με την παρουσία όλων των κομμάτων και του Υπουργείου
Παιδείας με πρόταση επί του θέματος, για να τεθεί επιτέλους το καυτό
ζήτημα των διορισμών των εκπαιδευτικών σε δρόμο υλοποίησης.
Γραμματέας της Προοδευτικής Ενότητας Καθηγητών (ΠΕΚ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου