J. Metzinger
Του Νίκου Τσούλια
Το ερώτημά μας έχει δύο όψεις, πρώτον αν η συμπεριφορά μπορεί να διδαχτεί και δεύτερον αν συνηθίζεται να διδάσκεται. Αλλά πριν από το διφυές ερώτημα έχει αξία να συζητηθούν οι εξής πλευρές του θέματος: ποια είναι η εικόνα της καλής συμπεριφοράς και πρέπει να διδάσκεται η καλή συμπεριφορά;
Η καλή συμπεριφορά μπορεί να είναι
απλώς και μόνο η αυθεντική και αβίαστη έκφραση ενός ανθρώπου με άρτια προσωπικότητα και με χρηστό χαρακτήρα, ενός ανθρώπου που εμφορείται από το ουμανιστικό αξιακό σύστημα και που έχει αντίληψη και στόχο για τη ζωή. Βέβαια μπορεί να ισχυριστεί κανείς σ’ αυτή την περίπτωση ότι η όλη υπόθεση είναι «έτερον εκάτερον», ότι πρόκειται για ταυτολογία και αν έχουμε έναν τέτοιο άνθρωπο, τότε η σημασιολόγησή του είναι πολύ πιο «πάνω» από την επισκοπούμενη συζήτηση.Η καλή συμπεριφορά – για να γίνει μια πρόχειρη σκιαγράφηση – έχει σαφές περιεχόμενο. Είναι απόρροια μιας βαθιάς συνειδητοποίησης του ανθρώπου, του απόλυτου σεβασμού στον «άλλον» / στην «άλλη», της ηθικής κατάκτησης της πράξης αλληλεγγύης και της αισθητικής σύλληψης της ταπεινοφροσύνης. Οι επιμέρους ενέργειές της προκύπτουν ως απλές και αυτόματες συνεπαγωγές όλων αυτών, χωρίς μια κάποια διάθεση σκοπιμότητας. Ο σεβασμός προς καθετί που «συναντάμε» στη ζωή είναι εκείνο το αξιακό στερέωμα που μπορεί να οδηγεί σε μονοπάτια πραγματικής ευτυχίας και αναζήτησης του νοήματος της ζωής.
Πρέπει να διδάσκεται η καλή συμπεριφορά; Εδώ έχει γίνει πολλή συζήτηση. Οι φιλόσοφοι αποφαίνονται με μια θαυμαστή ομοφωνία. Η πράξη του καλού έχει πολλαπλασιαστική δύναμη και πάντα επιστρέφει ακόμα πιο ευεργετική στο φορέα που την εκφράζει. Με δεδομένο ότι ο άνθρωπος νοείται μόνο ως κοινωνικό ον, ότι μπορεί να κατανοηθεί μόνο μέσα από τις διαπροσωπικές σχέσεις του, η πράξη του καλού είναι ο συνεκτικός ιστός που συγκρατεί και που συγκροτεί τον κόσμο και τον πολιτισμό. Γιατί ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άνθρωπος μόνο μέσα από το πεδίο της αγάπης και της διαρκούς προσφοράς στον «άλλον» / στην «άλλη».
Αν έχουμε πείσει έστω εν μέρει για την ορθότητα των μέχρι τώρα επιχειρημάτων, μπορούμε να έλθουμε στα αρχικά ερωτήματα. Η συμπεριφορά μπορεί να διδαχτεί; Βεβαίως και μπορεί. Η ίδια η ζωή είναι μια διαρκής συνειδητή ή μη συνειδητή ενέργεια διδασκαλίας. Σε κάθε μας κίνηση εμπεριέχεται τόσο η διδασκαλία που δεχόμαστε από τους άλλους όσο και η δική μας διδασκαλία που απευθύνεται στους άλλους.
Η σύσταση του σχολείου και της εκπαίδευσης σε κάθε κοινωνία και σε κάθε ιστορικότητα είναι απλώς η συστηματική προσπάθεια της οργανωμένης πολιτείας για να δώσει με θεσμικό τρόπο την έννοια της καλής συμπεριφοράς, όπως αυτή συνάγεται μέσα από το συγκεκριμένο κάθε φορά πολιτισμικό συγκείμενο.
Η συμπεριφορά διδάσκεται είτε θεωρητικά κυρίως μέσα από την εκπαίδευση είτε πρακτικά κυρίως μέσα από το οικογενειακό και το στενά κοινωνικό περιβάλλον του κάθε ατόμου. Οι προσλαμβάνουσες εικόνες, τα καθημερινά παραδείγματα, η απλή έκφραση του λόγου είναι πεδία επώασης της καλής (ή μη) συμπεριφοράς και έχουν σπουδαία αξία στην κοινωνικοποίηση και στον εξανθρωπισμό των παιδιών.
Ίσως το πιο επίμαχο ερώτημα να είναι το αν συνηθίζεται να διδάσκεται η καλή συμπεριφορά. Εδώ η εικόνα είναι φενακισμένη και θολή. Αρκετοί άνθρωποι θεωρούν ότι η καλή συμπεριφορά είναι έκφραση αδυναμίας ή, αν δεν συμβαίνει αυτό, ότι είναι μια νοοτροπία ηττοπάθειας με δεδομένο ότι ζούμε σε κοινωνίες διαρκούς και άγριας αντιπαράθεσης, σε κοινωνίες ατομισμού και σκληρού ανταγωνισμού.
Πρόκειται για μια σκαιά επιβολή των κοσμοθεωριών της αγοράς προκειμένου να δικαιώνονται και να αναπαράγονται οι δικές της σκοπιμότητες, επιδιώξεις και επιλογές. Είναι η ευγενής άμιλλα που παρακινεί επιπρόσθετα – πέραν της εσωτερικής ενσυνείδητης έκφρασης του ανθρώπου – για διαρκή βελτίωση της θέσης του, που σέβεται την προσπάθεια του «άλλου» / της «άλλης» και τη θεωρεί ως ενεργοποιητικό στοιχείο και μόνο της δικής του ενεργητικότητας.
Όταν τρέχεις σε έναν αγώνα δρόμου, τρέχεις πιο γρήγορα αν είσαι μαζί με άλλους συναγωνιστές παρά αν είσαι μόνος σου. Και νιώθεις πιο όμορφα σε αυτό το παιχνίδι της ευγενούς άμιλλας που δεν σκιάζεται από καμιά σκέψη και πράξη υπονόμευσης ή καταδολίευσης του κοινού αγώνα.
Συνηθίζουμε να τονίζουμε τον εγωκεντρικό χαρακτήρα της ουσίας της ανθρώπινης φύσης παραβλέποντας σε μεγάλο βαθμό το γεγονός της συνύπαρξής μας με τους άλλους και τη βαθιά ανάγκη να νιώθουμε τους ανθρώπους δίπλα μας.
Θέλουμε να ξεχνούμε ότι η κοινωνικότητά μας είναι αυτή που μας δωρίζει γενναιόδωρα την ανθρώπινη σύστασή μας και ότι για να εξευγενίζουμε περαιτέρω τους όμορφους τόπους της κοινωνικότητας μόνο μέσα από την πράξη του καλού μπορούμε να υφάνουμε το υφάδι του εξανθρωπισμού μας, άλλως μετασχηματιζόμαστε σε τέρατα ανθρώπινης και μόνο μορφής…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου