Τρίτη 25 Ιουλίου 2017

Η τοποθέτηση της Μ. Τζούφη για το Σχέδιο Νόμου “Γαβρόγλου”


 

ΡΕΠΟΡΤΑΖ ESOS
Στην τοποθέτηση για το Σχέδιο Νόμου “Γαβρόγλου”, στη σημερινή συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής η Μερόπη Τζούφη, Εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ  , τόνισε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

Σήμερα είναι 24 Ιουλίου  και συμπληρώνονται 43 χρόνια από την πτώση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη παραμένει ενεργός και αποκτά ουσιαστικό νόημα, όταν αναδεικνύει την αντίσταση και την αγωνιστική στάση ζωής σε κινητήρια δύναμη της ιστορίας.
Η δημοκρατία που κατακτήθηκε με αγώνες, πράξεις και αντιστάσεις του λαού, αλλά και της νέας γενιάς δεν είναι δεδομένη. Είναι υπόθεση όλων και αφορά σε όλα τα επίπεδα, γι' αυτό και πρέπει να επιμείνουμε σθεναρά στην ανάδειξη της ιστορικής αλήθειας, αφού με τη χρονική απόσταση που μας χωρίζει, την κατεδαφιστική κριτική που υφίσταται συλλήβδην η μεταπολίτευση, τη σταδιακή υπονόμευση και απαξίωση της δημοκρατίας και, κυρίως, την κρίση πολιτικήςεκπροσώπησης μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων που είναι οικονομικά αποκλεισμένα, κλονίζεται η πίστη τους και ειδικά των νεών ανθρώπων στη δημοκρατία και βρίσκουν έδαφος δημαγωγικά σερβιρίσματα εξαγνισμού και εξωραϊσμού της χούντας και όχι μόνο από τους Ναζιστές τύπου Χρυσής Αυγής, αλλά, δυστυχώς, και από ακαδημαϊκούς θιασώτες του ιστορικού αναθεωρητισμού με εξοργιστικούς ισχυρισμούς, όπως ότι η χούντα είχε πλατιά αποδοχή και συνέβαλε με έμμεσο τρόπο στον ραγδαίο αξιακό και πολιτιστικό εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας και αυτό για να πλήξουν διαχρονικά τους αγώνες της Αριστεράς και το ρόλο της στην πολιτική ζωή της χώρας, ιδιαίτερα σήμερα που βρίσκεται στη διακυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γνωρίζουμε όλοι, ότι οι έννοιες της παιδείας και της δημοκρατίας είναι τόσο στενά συνδεδεμένες, που η μία αποτελεί προϋπόθεση της άλλης.
Σε οποιαδήποτε χώρα δεν μπορεί να υπάρξει ένα υγιές δημοκρατικό πολίτευμα χωρίς παιδεία, ενώ αντίστροφα χωρίς την κατάλληλη παιδεία κινδυνεύει και η δημοκρατία.
Είναι, λοιπόν, κοινώς αποδεκτό, ότι η παιδεία αποτελεί κινητήρια δύναμη για την κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη παράγοντας γνωστικά, πολιτιστικά, αλλά και οικονομικά οφέλη υψηλού επιπέδου.
Επομένως, η εκπλήρωση των στόχων αυτών προϋποθέτει την ύπαρξη και τη λειτουργία ενός ποιοτικού και στιβαρά δομημένου εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο να διαπνέεται, όμως, από τις αρχές της δημοκρατίας, της κοινωνικής ισότητας και της αλληλεγγύης προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης, της ποιότητας ζωής για τους πολλούς και της κοινωνικής ευημερίας.
Με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, όπως ακούσαμε και προηγουμένως από την εισήγηση του Υπουργού, το Υπουργείο Παιδείας καταφέρνει ή προσπαθεί, τουλάχιστον, γιατί ο διάλογος είναι ακόμα ανοικτός, να συγκεντρώσει την εμπειρία των τελευταίων δυόμισι χρόνων και προχωρά σε μια αναγκαία και ώριμη παρέμβαση στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, έπειτα από έναν ευρύτατο κύκλο και εδώ στη Βουλή, αλλά και εκτός Βουλής, εξαντλητικών και επαναλαμβανόμενων διαβουλεύσεων με όλα τα μέλη της Ακαδημαϊκής Κοινότητας, αλλά και με τους εμπλεκόμενους φορείς και με την κοινωνία στο βαθμό που θέλησε να συμμετάσχει σε αυτό το διάλογο.
Ο κοινωνικός διάλογος για την παιδεία των ετών 2015-2016 επεσήμανε εύστοχα, ότι οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις είναι από τα σημαντικότερα και βαθύτερα πολιτικά διακυβεύματα, αφού η ελληνική κοινωνία επενδύει διαχρονικά πολύ σημαντικά στο πεδίο αυτό.
Συνακόλουθα, οι όποιες μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε ένα τεχνοκρατικό και πολιτικά ουδέτερο ζήτημα.
Πράγματι, στόχος του νομοσχεδίου παρά τις δύσκολες οικονομικά συνθήκες που βιώνει η χώρα και τις συνθήκες που καλούμαστε να νομοθετήσουμε που είναι γνωστές σε όλους, είναι σε γενικές γραμμές η διασφάλιση της εκπλήρωσης της αποστολής των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων με κάθε δυνατό τρόπο εξασφαλίζοντας, όμως, παράλληλα την απρόσκοπτη πρόσβαση στην εκπαίδευση για όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από τις οικονομικές τους δυνατότητες.
Στην κατεύθυνση αυτή δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα, στα Α.Ε.Ι., τα οποία, αναπτύσσονται με πολλές και διαφορετικές ταχύτητες, συντηρώντας και αναπαράγοντας και περιφερειακές ανισότητες, όπως αυτό αποτυπώνεται ιδιαίτερα στο πλαίσιο λειτουργίας των μεταπτυχιακών προγραμμάτων.
Επίσης, ζήτημα άμεσης αντιμετώπισης αποτελούν οι δυσλειτουργίες καθιερωμένων αρχείων, αλλά επιτρέψτε μου να πω και ομάδων συμφερόντων εντός των Α.Ε.Ι., καθώς διαστρεβλώνουν το δημόσιο χαρακτήρα των ιδρυμάτων και αναδεικνύουν την ανάγκη διεύρυνσης της διαφάνειας σε διοικητικό επίπεδο. Παράλληλα, η προώθηση του ενιαίου χώρου ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας είναι απολύτως αναγκαία, ώστε να επιλυθούν χρόνια ζητήματα, όπως η γεωγραφική απομόνωση επιμέρους μονάδων, ο κατακερματισμός και οι αλληλεπικαλύψεις των ακαδημαϊκών και ερευνητικών δραστηριοτήτων, η περιορισμένη αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων, η έλλειψη προσωπικού σε Α.Ε.Ι. και ερευνητικά κέντρα και βεβαίως, ο εκπατρισμός των νέων επιστημόνων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το νομοσχέδιο, κατά τη γνώμη μας, αποτελεί μια καλά επεξεργασμένη παρέμβαση στην οργάνωση των Α.Ε.Ι., ενσωματώνοντας παράλληλα μια σειρά αιτημάτων και χρόνιων διεκδικήσεων μεγάλου μέρους της ακαδημαϊκής κοινότητας, αυτόν, δηλαδή, που εμπλέκονται άμεσα και κρατούν ζωντανά τα ιδρύματα και την έρευνα παρά τις αντίξοες συνθήκες. Σκιαγραφεί τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων προβλημάτων, αναγνωρίζει, σέβεται και επεκτείνει το δημοκρατικό χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης, θεσμοθετεί ένα αποτελεσματικό και ανοιχτό ως προς την κοινωνία, τρόπο διοίκησης. Παράλληλα, προνοεί και για τη ρύθμιση λειτουργικών συστημάτων, ενισχύει το αυτοδιοίκητο, επιδιώκει τη στενότερη σύνδεση εκπαίδευσης - έρευνας, ενώ εξορθολογίζει και το πλαίσιο λειτουργίας των προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών, διευκολύνοντας ταυτόχρονα την ελεύθερη πρόσβαση σε αυτά.
Πιο συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο στοχεύει στην ακαδημαϊκή αναβάθμιση και την ανάπτυξη του στρατηγικού ρόλου των Α.Ε.Ι. με την εισαγωγή καινοτόμων διαδικασιών, όπως η δημιουργία των περιφερειακών ακαδημαϊκών συμβουλίων ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας, τα οποία, αποτελούν ένα όργανο ευρύτερο των συμβουλίων των ιδρυμάτων των Α.Ε.Ι., που δεν κατάφεραν να επιτελέσουν το σκοπό, για τον οποίο, συστάθηκαν. Τα συμβούλια με τους περισσότερους βαθμούς ανεξαρτησίας και πρόσθετη αποστολή την προαγωγή της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας, σε συνάρτηση με την ερευνητική και αναπτυξιακή πολιτική του κάθε ιδρύματος, αλλά και της κάθε περιφέρειας, θα μπορέσουν να συμβάλλουν αποφασιστικά και στην εξωστρέφεια και στην συνέργεια.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η διασφάλιση της ακαδημαϊκότητας των μεταπτυχιακών προγραμμάτων, η χρηστή διαχείριση των πόρων τους, η διαφάνεια και ο εξορθολογισμός στους προϋπολογισμούς τους. Τίθενται περιορισμοί, ώστε το αντίτιμο που δίνουν οι φοιτητές να κυμαίνεται σε λογικά όρια, ενώ λαμβάνονται σοβαρά υπόψη τα εισοδηματικά κριτήρια. Την ίδια στιγμή, κατοχυρώνεται η πρόσβαση των υποψηφίων στον δεύτερο κύκλο σπουδών ανεξαρτήτως της οικονομικής τους δυνατότητας. Δηλαδή, προβλέπεται η υποχρέωση των Α.Ε.Ι. να διασφαλίζουν την πρόσβαση όλων των φοιτητών που πληρούν τα ακαδημαϊκά κριτήρια, ανεξάρτητα της οικονομικής τους κατάστασης. Έτσι, κατοχυρώνεται το δικαίωμα δωρεάν φοίτησης σε μεταπτυχιακά, τα οποία, έχουν τέλη φοίτησης, για υποψηφίους με χαμηλά εισοδήματα. Το όριο εισοδήματος που θέτει η διάταξη είναι 70% του εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος και δεν πρέπει να το υπερβαίνει ούτε το οικογενειακό, ούτε το ατομικό εισόδημα του φοιτητή, αν το έχει.
Επίσης, τα ιδρύματα μπορούν να χορηγούν υποτροφίες σε φοιτητές με ακαδημαϊκά κριτήρια. Όμως, παράλληλα, προσμετράται θετικά από το Υπουργείο η λειτουργία μεταπτυχιακών προγραμμάτων χωρίς τέλη φοίτησης για αυξημένη επιχορήγηση αυτών των ιδρυμάτων, όπως το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και το Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ έχουν ενταχθεί και ρυθμίσεις σχετικά με τους διδάσκοντες στα προγράμματα και με πρόβλεψη, την οποία, ανέφερε ο Υπουργός, για προσλήψεις νέων επιστημόνων σε κενές θέσεις διδασκαλίας για πρώτη φορά.
Ακόμη, προβλέπεται η θεσμοθέτηση των ενιαίων και αδιάσπαστων τίτλων σπουδών μεταπτυχιακού επιπέδου που παρέχονται από τα πενταετή προγράμματα σπουδών, αποτελώντας αναγνώριση επιπλέον ακαδημαϊκών προσόντων στους αποφοίτους των εν λόγω σχολών ή τμημάτων, ενώ δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη ρύθμιση επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων των Τ.Ε.Ι., δίνοντας επιτέλους λύση σε ένα μακροχρόνιο πρόβλημα.
Σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία που εμπεριέχεται στις διατάξεις είναι και η ενίσχυση της μεταλυκειακής εκπαίδευσης με τη δημιουργία στα Α.Ε.Ι. διετών προγραμμάτων επαγγελματικής κατεύθυνσης και κατάρτισης για τους αποφοίτους των ΕΠΑΛ, το οποίο, θα μπορούν να παρέχουν διπλώματα επιπέδου 5 του εθνικού και ευρωπαϊκού πλαισίου προσόντων, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχει και η ίδρυση κέντρου επιμόρφωσης και δια βίου μάθησης με παράλληλη κατάργηση των υφιστάμενων κέντρων επαγγελματικής κατάρτισης των ιδρυμάτων.
Δεύτερος βασικός άξονας του νομοσχεδίου αποτελεί η ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας των οργάνων διοίκησης, η εμπέδωση της Δημοκρατίας  και του πλουραλισμού των ιδρυμάτων. Αναφέρθηκε και ο Υπουργός σε αυτά πιο συγκεκριμένα, η εκλογή των αντιπρυτάνεων θα γίνεται με ξεχωριστό ψηφοδέλτιο και μονοσταυρία για την καλύτερη αντιπροσώπευση των μελών του προσωπικού στα όργανα διοίκησης. Επίσης, καθορίζονται οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες των αντιπρυτάνεων, η συμμετοχή όλων των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας στα πολυπρόσωπα όργανα διοίκησης, η επαναφορά του πρυτανικού συμβουλίου, η ενίσχυση της ακαδημαϊκής λειτουργίας των κοσμητειών και των κοσμητόρων. Επιπλέον, αναγνωρίζεται το ακαδημαϊκό άσυλο, ενώ ορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η επέμβαση δημόσιας δύναμης στους χώρους των ΑΕΙ αυτεπαγγέλτως χωρίς απόφαση του πρυτανικού συμβουλίου.
Σημαντική διάσταση του νομοσχεδίου αποτελούν και οι ρυθμίσεις που αφορούν την προαγωγή της διοικητικής ευελιξίας και την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων των ΑΕΙ σε ζητήματα καθημερινής λειτουργίας. Προβλέπεται μείωση του αριθμού των καθηγητών ανωτέρων βαθμίδων που απαιτούνται, ώστε ένα τμήμα να καθίσταται αυτοδύναμο, απλοποιούνται οι διαδικασίες σύμβασης ατομικών συμβάσεων για υπηρεσίες απαραίτητες στα πανεπιστήμια για να συνεχίσουν να υπάρχουν, καθαριότητας, μίσθωσης, μεταφορικών μέσων, συντήρησης εγκαταστάσεων, με στόχο τον περιορισμό και τελικά την παύση των εργολαβιών.
Σημαντικό είναι ότι στο νομοσχέδιο κωδικοποιείται και επικαιροποιείται και το θεσμικό πλαίσιο των ΕΚ, των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων και ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν τους προϋπολογισμούς τους. Ο ρόλος των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων έχει αλλάξει ριζικά σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα κατά την τελευταία 20ετία. Η χώρα μας διαθέτει προσωπικό υψηλής ποιότητας με έργο, με συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα διεθνούς επιπέδου, ωστόσο η αξιοποίησή του χαρακτηρίζεται από ανεπάρκειες που οδηγούν στη φυγή των εγκεφάλων δηλαδή, στην μετανάστευση νέων επιστημόνων προς τις πιο ανεπτυγμένες ερευνητικά χώρες.
Επομένως σε αυτό το πλαίσιο το ασαφές, το διάσπαρτο και κατά κάποιους και παρωχημένο αδυνατεί να εξυπηρετηθεί αυτός ο ρόλος και απαιτείται η αναδιάρθρωση και η ενίσχυση του τομέα της έρευνας, της καινοτομίας, αλλά και της αξιοποίησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων που παράγονται και στα ΑΕΙ και στα ερευνητικά κέντρα για να αποτελέσει το βασικό πυλώνα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής κοινωνίας. Θα έχουμε προφανώς, όταν θα συζητηθεί κατά άρθρον, τη δυνατότητα να πούμε και περισσότερα. Υπάρχουν και άλλα θέματα σοβαρά, αρμοδιότητας του Υπουργείου Παιδείας, στα οποία προτιμώ να μην αναφερθώ σήμερα,  διότι ο χρόνος από ότι βλέπω τελειώνει. Φαντάζομαι θα έχουμε τη δυνατότητα και μετά την ακρόαση των φορέων να αναφερθούμε.
Θα προχωρήσω στο κομμάτι της αποφώνησής μου, λέγοντας ότι το νομοσχέδιο που εισάγεται προς συζήτηση αποτελεί συνέχεια των κυβερνητικών δράσεων τόσο σε επίπεδο ανοικοδόμησης του κοινωνικού κράτους όσο και στη λειτουργία ενός δημόσιου και δημοκρατικού πανεπιστημίου προσανατολισμένου στις ανάγκες των νέων και της ακαδημαϊκής κοινότητας και όχι των ιδιωτικών συμφερόντων. Στο μέτρο των υλικών δυνατοτήτων που διαθέτει η χώρα στο σχέδιο αυτό ανταποκρίνεται στις ανάγκες, αλλά ελπίζω και στις προσδοκίες της κοινωνίας για μόρφωση, παραγωγή και διάχυση της νέας γνώσης και ποιοτική έρευνας με ανθρωπιστικό έρεισμα.
Υπενθυμίζω προς τα τελευταία δύο χρόνια έχουν υπάρξει μια σειρά από πρωτοβουλίες που έγιναν πράξη σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, όπως 23.000 προσλήψεις αναπληρωτών στη δευτεροβάθμια, προσλήψεις καθηγητών ειδικής αγωγής αυξημένες κατά 25%, εγκαθίδρυση ενός νέου τύπου ολοήμερου νηπιαγωγείου και δημοτικού σχολείου, αλλά και αύξηση του προϋπολογισμού κάτω από δύσκολες συνθήκες κατά 2,85% του ΑΕΠ. Επίσης, στο επίπεδο της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας έχουν ήδη προκηρυχθεί 500 νέα μέλη ΔΕΠ σε ΑΕΙ και ΤΕΙ και αναμένονται άλλα 500 για το 2018, 1000 μέλη στο σύνολο.
Άλλαξε και ενισχύθηκε το πλαίσιο χρηματοδότησης υποτροφιών για προπτυχιακούς υποψήφιους διδάκτορες και μεταδιδάκτορες και ερευνητικές ομάδες συνολικού ύψους 203.000.000 ευρώ για τα επόμενα 4 χρόνια. Καθιερώθηκε να χρηματοδοτείται ο θεσμός του ακαδημαϊκού οικότροφου για νέους επιστήμονες που θέλουν να αποκτήσουν διδακτική εμπειρία στα ΑΕΙ με κονδύλια 42.000.000 ευρώ και 3.700 ωφελούμενους. Συγκροτήθηκε το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας και έχουν υπάρξει ρυθμίσεις που αφορούν στα θέματα διοίκησης και του ιδρύματος κρατικών υποτροφιών και του ΔΟΑΤΑΠ.
Η ανάγκη, λοιπόν, για μια συντεταγμένη θεσμική αλλαγή στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης είναι επιτακτική, ώστε να αντιμετωπιστούν οι δυσλειτουργίες που έχουν προκύψει από τις προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις.
Ο νόμος 4009/2011 για τα Α.Ε.Ι.  γνωστός και ως νόμος Διαμαντοπούλου, μπορεί να ψηφίστηκε με ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., τη Ν.Δ., το εκλιπών ΛΑΟΣ και την πρώην Δημοκρατική Συμμαχία της κυρίας Μπακογιάννη, στα πλαίσια μιας σιωπηρής ιδεολογικής συμφωνίας, ωστόσο έλλειψη πολιτικού ρεαλισμού αντιμετώπισε μέγιστη κοινωνική εναντίωση.
Τα Συμβούλια του Ιδρύματος, οι υπερεξουσίες των μονοπρόσωπων οργάνων, η κατάργηση του Τμήματος ως βασικής ακαδημαϊκής μονάδας, οι εκλογές των μελών ΔΕΠ με υποβάθμιση κάθε έννοιας ακαδημαϊκότητας προς και με εκλεκτορικά εξπρές, απαξίωσαν στην πράξη το νόμο αυτό στη συνείδηση των περισσότερων μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, γι' αυτό και ένα χρόνο μετά, λόγω αδυναμίας υλοποίησής του με την διαδικασία του «κατεπείγοντος» όπως αναφέρθηκα, ψηφίστηκε νέο σχέδιο νόμου και μάλιστα, σε μια μέρα.
Ο νόμος Διαμαντοπούλου, είχε σαν στόχο το Πανεπιστήμιο του μάνατζμεντ. Διαμόρφωσε ή προσπάθησε να διαμορφώσει αγοραίους μηχανισμούς απορρύθμισης των λειτουργιών και παράλληλα, συγκεντροποίησε τις δομές διοίκησης εγκαθιδρύοντας την γραφειοκρατία και ιδεολογοποιώντας σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση τα Ιδρύματα και την Ανώτατη Εκπαίδευση.
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου βρίσκεται στην αντίθετη κατεύθυνση. Αντιμάχεται τη μετατροπή των Πανεπιστημίων σε επιχειρήσεις και τη μόρφωση σε μια ακόμη υπηρεσία το κόστος της οποίας θα ρυθμίζεται από την αγορά και θα επιβαρύνει τους πιθανούς πελάτες. Η γνώση ήταν και θα παραμείνει κοινωνικό αγαθό και δεν πρέπει να συνδέεται με την αγοραστική δύναμη του καθενός. Και πράγματι, το νομοσχέδιο στέκεται απέναντι στην νεοφιλελεύθερη ιδεολογία για μια εκπαίδευση η οποία θα απευθύνεται στους λίγους και εκλεκτούς.
Τα Πανεπιστήμιά μας χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο παροχής γνώσης και έρευνας. Μέλημά μας είναι να ενισχυθούν, να βελτιωθούν και να εκπληρώσουν τον ακαδημαϊκό και κοινωνικό τους ρόλο αυτό προϋποθέτει τη δημοκρατία στη διοίκηση τη διδασκαλία, την έρευνα για τη συμμετοχή. Αυτές είναι οι ανάγκες της ακαδημαϊκής κοινότητας των δασκάλων, των διοικητικών υπαλλήλων, των ερευνητών και των φοιτητών.  Αυτές είναι, νομίζουμε, και οι ανάγκες της χώρας, ειδικά στις δύσκολες μέρες που διανύουμε.
Τελικά, αυτή είναι και η παράδοση των ελληνικών Πανεπιστημίων από την ίδρυσή τους μέχρι σήμερα.
ΠΗΓΗ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου