Της Μαρίας Μέξη
Σε υπόμνημά τους που κατέθεσαν στη Βουλή κατά την επίσκεψή τους στο Κοινοβούλιο τον περασμένο Οκτώβριο, δεκατρείς δάσκαλοι του 62ου Δημοτικού Σχολείου της Πάτρας, έγραψαν τα εξής:
«Η καθημερινότητα στο σχολείο άλλαξε. Κάθε πρωί οι αφηγήσεις των παιδιών δεν έχουν να κάνουν με τι είδαν, τι άκουσαν από τον κόσμο, αλλά με τις οικογενειακές καταστάσεις που βιώνουν. Την ανέχεια, την ανεργία, την απόλυση. Στα διαλείμματα τα παιδιά δεν έχουν μαζί τους ένα κουλούρι, το μεσημεριανό στο ολοήμερο για κάποια είναι μια φέτα ψωμί».
Αυτή την εικόνα επιβεβαιώνουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, στην έκθεσή του για το 2012 έγραψε:
«... η φτώχεια φαίνεται να μετατοπίζεται από την ομάδα των ηλικιωμένων προς την ομάδα των νεότερων ζευγαριών με παιδιά αλλά και προς τους νέους εργαζόμενους… Το πρόβλημα της προστασίας των παιδιών από τις χειρότερες συνέπειες της οικονομικής κρίσης θα πρέπει πλέον να αντιμετωπίζεται ως ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα δημόσιας πολιτικής στην Ελλάδα».
Η παιδική φτώχεια είναι το πιο σημαντικό πολιτικό ζήτημα σήμερα. Και όμως, το πολιτικό σύστημα το αγνοεί επιδεικτικά. Η εκκωφαντική σιωπή των κυρίαρχων σήμερα κομμάτων είναι άλλη μια απόδειξη της αδυναμίας τους να ακούσουν, να διδαχθούν και εν τέλει να κυβερνήσουν για το συμφέρον των πολλών.
Το πρόβλημα είναι γνωστό σε όσους από εμάς ασχολούμαστε με την κοινωνική πολιτική. Το σύστημα κοινωνικής προστασίας στη χώρα μας, σε αντίθεση με όλα τα ευρωπαϊκά, δεν προβλέπει ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Προβλέπει ένα ελλιπέστατο επίδομα ανεργίας και ελάχιστη στήριξη στέγασης, η οποία πρόσφατα καταργήθηκε. Ετσι μόνο 14% των ανέργων λαμβάνουν βοήθεια από το κράτος, ενώ σε άλλες χώρες είναι 100%. Αν και κάποιες προσπάθειες είχαν γίνει κατά καιρούς, τόσο το ΠαΣοΚ όσο και η Νέα Δημοκρατία αρνήθηκαν να διαθέσουν χρήματα για την πραγματική και σίγουρη ενίσχυση των φτωχών με κοινωνικά επιδόματα για όλους όσους τα χρειάζονται. Η φτώχεια στην Ελλάδα είναι ακόμα ζήτημα ατόμων και οικογενειών, όχι ζήτημα αλληλεγγύης. Η Ελλάδα έτσι είναι όχι μόνο από τις πιο άνισες στην Ευρωζώνη αλλά και η μόνη που οι κυβερνήσεις της συστηματικά αρνήθηκαν να στηρίξουν τους αδυνάτους με προνοιακά επιδόματα. Τα δισεκατομμύρια που δανείστηκαν και ξόδεψαν οι κυβερνήσεις μας, πήγαν αλλού.
Το αποτέλεσμα είναι ότι
τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η παιδική φτώχεια συγκλονίζει. Οι εκτιμήσεις του Οικονομικού Πανεπιστημίου αναφέρουν ότι το 20% των παιδιών (έναντι 4% το 2009) ζει σε οικογένειες που δεν είναι σε θέση να αγοράσουν τα αγαθά που είναι απαραίτητα για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης. Οι συνέπειες είναι τρομακτικές. Τα φτωχά παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποσιτιστούν και να υποφέρουν από την έλλειψη θέρμανσης ή την υγρασία, από ότι τα μη φτωχά. Τα πολύτεκνα νοικοκυριά ιδίως δυσκολεύονται πιο πολύ να καλύψουν ικανοποιητικά τις διατροφικές τους ανάγκες, ιδιαίτερα στους μη φτωχούς. Τα παιδιά που ζουν σε φτωχά μονογονεϊκά νοικοκυριά, αντιμετωπίζουν εντονότερα προβλήματα με την υγρασία στο σπίτι και τη δυνατότητα ικανοποιητικής θέρμανσης.
Η μεγάλη και αυξανόμενη φτώχεια των παιδιών είναι η χειρότερη μορφή κοινωνικής αδικίας. Ενώ ένας ενήλικας μπορεί να οδηγηθεί σε συνθήκες φτώχειας προσωρινά και να βγεί από αυτή με την εργασία του ή την βοήθεια των άλλων, η φτώχεια κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο εγκλωβισμού (poverty trap) με έντονη ψυχολογική διάσταση. Έτσι, η παιδική φτώχεια δεν βλάπτει μονάχα το παιδί κατά την διάρκεια της ανέχειας, αλλά μεταφέρεται και στο μέλλον παγιώνοντας τον αποκλεισμό της παιδικής ηλικίας με την έλλειψη δεξιοτήτων και εκπαίδευσης, με παραβατικές συμπεριφορές στην εφηβεία, επιθετικότητα και αδυναμία προσαρμογής. Έτσι, η παιδική φτώχεια ενισχύει μακροπρόθεσμα την ανισότητα και παγιώνει ταξικές διακρίσεις. Η έγκαιρη καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας έχει λοιπόν διπλό όφελος, πρώτον, προστατεύει τα πιο ευάλωτα άτομα της κοινωνίας μας από τις στερήσεις, αλλά και εμποδίζει έναν φαύλο κύκλο μετάδοσης της φτώχειας από γενιά σε γενιά.
Είναι εντυπωσιακό ότι αν και τα δεδομένα αυτά είναι γνωστά στους ειδικούς, οι προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος της παιδικής φτώχειας απουσιάζουν εντελώς από τη δημόσια συζήτηση. Μόνο με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (νόμος 4093/2012), θεσμοθετήθηκε ένα ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων (μετά από πιέσεις της τρόικας). Δυστυχώς, η αξία της συγκεκριμένης παροχής είναι πολύ χαμηλή και, άρα πολύ περιορισμένης αποτελεσματικότητας. Η μέγιστη παροχή είναι 40 ευρώ το μήνα για κάθε παιδί. Όσοι έχουν παιδιά γνωρίζουν ότι τα ποσά αυτά είναι αστεία.
Οι πραγματικές λύσεις για την παιδική φτώχεια είναι γνωστές από την εμπειρία της Ευρώπης. Πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η θέσπιση ενός επαρκούς Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος για Παιδιά το οποίο θα καταβάλλεται σε όλες τις οικογένειες με ανήλικα παιδιά, που δεν έχουν κανένα ή ανεπαρκές εισόδημα. Η στήριξη θα υπολογίζεται ως επίδομα ανεργίας αλλά και ως στεγαστικό επίδομα για όσους το χρειάζονται. Οι πόροι για το επίδομα αυτό μπορεί να βρεθούν. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και σήμερα δίνεται από τον προϋπολογισμό περίπου 1 δισ. ευρώ τον χρόνο στα ταμεία ΟΑΠ-ΔΕΗ και ΤΑΠ-ΟΤΕ, οι συνταξιούχοι των οποίων είναι από τους πιο προνομιούχους, τόσο στο ποσό της σύνταξης όσο και στο ποσοστό αναταποδοτικότητας, όσο και την ηλικία από την οποία την λαμβάνουν. Πόροι θα μπορούσαν επίσης να βρεθούν από την μετατροπή των σημερινών φόρων υπέρ τρίτων (π.χ. υπέρ γιατρών, μηχανικών, δημοσιογράφων) σε φόρους υπέρ των παιδιών. Λύσεις μπορούν να βρεθούν αν υπήρχε η πολιτική βούληση. Ακόμα και στο επίκεντρο της κρίσης, δεν κλείσαμε τα σχολεία ή τα νοσοκομεία. Η ανάγκη είναι η ίδια.
Γιατί όμως δεν συζητιούνται αυτές οι λύσεις; Γιατί συνεχίζετει η άρνηση όλων των μεγάλων – και κάποιων μικρών – κομμάτων να στήσουν θεσμούς κοινωνικής πρόνοιας; Και εδώ ερχόμαστε στην καρδιά του πολιτικού προβλήματος που ζει η χώρα. Η απάντηση είναι απλή. Τα επιδόματα σε όλους τους αδυνάτους θα έβλαταν το πελατειακό κράτος. Ένα πλήρες κοινωνικό κράτος, όπως υπάρχει στην Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία και αλλού, θα έβλαπτε τους πολιτευτές και κομματάρχες διότι ο απλός πολίτης θα έπαυε να έχει λόγο να τους εκλιπαρεί για διορισμό, περίθαλψη ή αλλη εύνοια. Η εμπειρία της Ευρώπης δείχνει ότι τα εργατικά κινήματα εξασφάλισαν μια σχετική ισότητα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με την εγκαθίδρυση σοβαρής κοινωνικής προστασίας και δημόσιας υγείας και παιδείας. Στην Ελλάδα (αλλά και την Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) αυτό δεν έγινε, ίσως λόγω του εμφυλίου πολέμου και της πολιτικής οξύτητας, όσο και των παγιωμένων πελατειακών και κοινωνικών δομών του 19ου αιώνα (που είναι φανερές και σε όλον τον ευρωπαϊκό νότο που δεν έζηζε τις κοινωνικές αλλαγές της βιομηχανικής επανάστασης).
Σε εμάς τόσο ΠαΣοΚ όσο και η Νέα Δημοκρατία συνεχίζουν να δίνουν παροχές μόνο σε συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων που παρουσιάζουν εκλογικό ή άλλο πολιτικό ενδιαφέρον για τα κομματικά επιτελεία. Οι παροχές πρέπει πάντα να μεταφράζονται σε ψήφους και στήριξη. Έτσί αξιόλογες οικογενειακές παροχές έχουν μόνο οι πολύτεκνοι και οι υπάλληλοι Τραπεζών, ΔΕΚΟ, και Δημοσίου. Αντίθετα η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι το κοινωνικό κράτος θεμελιώνει παντού την δημοκρατική ισότητα διότι προστατεύει τους πάντες, και ιδίως τους πιο φτωχούς και τα παιδιά τους, από τις ταπεινώσεις της ανασφάλειας και της ανέχειας.
Η πελατειακή κομματοκρατία χρειάζεται όμως υποχείρια για να επιβιώσει. Χρειάζεται την διακριτική ευχέρεια να μοιράζει χρήματα, ώστε να δίνει χάρες και μπαξίσια μόνο σε όσους κερδίζουν την εύνοιά του, είτε αυτά είναι προνομιακά επιδόματα για λίγους, είτε γενναιόδωρες συντάξεις με τα λεφτά των άλλων, είτε νοσοκομειακή περίθαλψή ή μια δουλειά στο δημόσιο. Στην Ελλάδα η απουσία κοινωνικού κράτους δεν είναι συνεπώς θέμα έλλειψης γνώσεων ή έλλειψης «σοβαρότητας» του πολιτικού συστήματος όπως λένε κάποιοι απολογητές του. Το πελατειακό σύστημα είναι απόλυτα σοβαρό όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του. Αυτό το σύστημα παραμένει ακόμα και σήμερα ο συνειδητός και αδυσώπητος εχθρός του κοινωνικού κράτους και της ισότητας.
Το πελατειακο κράτος, μέσα από τους μηχανισμούς του ΠαΣοκ και της Νέας Δημοκρατίας – και εσχάτως και άλλων κομμάτων, είναι παμπόνηρο, προσαρμοστικό και ικανότατο. Δεν θα υποχωρήσει ποτέ. Έχει κτίσει σπίτια και έχει σπουδάσει τα παιδιά του απομυζώντας τους κόπους των άλλων. Κανένας πολιτικός μέσα στο ΠαΣοΚ και την ΝΔ, όσο αξιόλογος και να ήταν δεν μπόρεσε να το δαμάσει. Νικά επί σαράντα χρόνια και σήμερα αναγεννάται μέσα από τις στάχτες της χρεοκοπίας. Τα θύματά του σήμερα, είναι τα παιδιά.
Ας πούμε επιτέλους, αρκετά! Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Η διαφθορά και η ευνοιοκρατία δεν είναι θέμα συμπεριφορών κάποιων πολιτικών. Είναι δομικά χαρακτηριστικά του πελατειακού σύστηματος που παρέλαβαν, τελειοποίησαν και διατηρούν το ΠαΣοΚ και η Νέα Δημοκρατία. Ας οργανώσουμε την δημοκρατική μας αντίσταση στις δυνάμεις που μας κρατούν στο περιθώριο της Ευρώπης. Χωρίς συνειδητή, οργανωμένη και ασυμβίβαστη σύγκρουση με αυτό το πελατειακό σύστημα της απανθρωπιάς, η κοινωνία μας θα παραμείνει άνιση, ολιγαρχική και εν τέλει εγκληματικά αδιάφορη προς τα πιο αδύνατα μέλη της.
ΠΗΓΗ:
Σε υπόμνημά τους που κατέθεσαν στη Βουλή κατά την επίσκεψή τους στο Κοινοβούλιο τον περασμένο Οκτώβριο, δεκατρείς δάσκαλοι του 62ου Δημοτικού Σχολείου της Πάτρας, έγραψαν τα εξής:
«Η καθημερινότητα στο σχολείο άλλαξε. Κάθε πρωί οι αφηγήσεις των παιδιών δεν έχουν να κάνουν με τι είδαν, τι άκουσαν από τον κόσμο, αλλά με τις οικογενειακές καταστάσεις που βιώνουν. Την ανέχεια, την ανεργία, την απόλυση. Στα διαλείμματα τα παιδιά δεν έχουν μαζί τους ένα κουλούρι, το μεσημεριανό στο ολοήμερο για κάποια είναι μια φέτα ψωμί».
Αυτή την εικόνα επιβεβαιώνουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, στην έκθεσή του για το 2012 έγραψε:
«... η φτώχεια φαίνεται να μετατοπίζεται από την ομάδα των ηλικιωμένων προς την ομάδα των νεότερων ζευγαριών με παιδιά αλλά και προς τους νέους εργαζόμενους… Το πρόβλημα της προστασίας των παιδιών από τις χειρότερες συνέπειες της οικονομικής κρίσης θα πρέπει πλέον να αντιμετωπίζεται ως ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα δημόσιας πολιτικής στην Ελλάδα».
Η παιδική φτώχεια είναι το πιο σημαντικό πολιτικό ζήτημα σήμερα. Και όμως, το πολιτικό σύστημα το αγνοεί επιδεικτικά. Η εκκωφαντική σιωπή των κυρίαρχων σήμερα κομμάτων είναι άλλη μια απόδειξη της αδυναμίας τους να ακούσουν, να διδαχθούν και εν τέλει να κυβερνήσουν για το συμφέρον των πολλών.
Το πρόβλημα είναι γνωστό σε όσους από εμάς ασχολούμαστε με την κοινωνική πολιτική. Το σύστημα κοινωνικής προστασίας στη χώρα μας, σε αντίθεση με όλα τα ευρωπαϊκά, δεν προβλέπει ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Προβλέπει ένα ελλιπέστατο επίδομα ανεργίας και ελάχιστη στήριξη στέγασης, η οποία πρόσφατα καταργήθηκε. Ετσι μόνο 14% των ανέργων λαμβάνουν βοήθεια από το κράτος, ενώ σε άλλες χώρες είναι 100%. Αν και κάποιες προσπάθειες είχαν γίνει κατά καιρούς, τόσο το ΠαΣοΚ όσο και η Νέα Δημοκρατία αρνήθηκαν να διαθέσουν χρήματα για την πραγματική και σίγουρη ενίσχυση των φτωχών με κοινωνικά επιδόματα για όλους όσους τα χρειάζονται. Η φτώχεια στην Ελλάδα είναι ακόμα ζήτημα ατόμων και οικογενειών, όχι ζήτημα αλληλεγγύης. Η Ελλάδα έτσι είναι όχι μόνο από τις πιο άνισες στην Ευρωζώνη αλλά και η μόνη που οι κυβερνήσεις της συστηματικά αρνήθηκαν να στηρίξουν τους αδυνάτους με προνοιακά επιδόματα. Τα δισεκατομμύρια που δανείστηκαν και ξόδεψαν οι κυβερνήσεις μας, πήγαν αλλού.
Το αποτέλεσμα είναι ότι
τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η παιδική φτώχεια συγκλονίζει. Οι εκτιμήσεις του Οικονομικού Πανεπιστημίου αναφέρουν ότι το 20% των παιδιών (έναντι 4% το 2009) ζει σε οικογένειες που δεν είναι σε θέση να αγοράσουν τα αγαθά που είναι απαραίτητα για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης. Οι συνέπειες είναι τρομακτικές. Τα φτωχά παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποσιτιστούν και να υποφέρουν από την έλλειψη θέρμανσης ή την υγρασία, από ότι τα μη φτωχά. Τα πολύτεκνα νοικοκυριά ιδίως δυσκολεύονται πιο πολύ να καλύψουν ικανοποιητικά τις διατροφικές τους ανάγκες, ιδιαίτερα στους μη φτωχούς. Τα παιδιά που ζουν σε φτωχά μονογονεϊκά νοικοκυριά, αντιμετωπίζουν εντονότερα προβλήματα με την υγρασία στο σπίτι και τη δυνατότητα ικανοποιητικής θέρμανσης.
Η μεγάλη και αυξανόμενη φτώχεια των παιδιών είναι η χειρότερη μορφή κοινωνικής αδικίας. Ενώ ένας ενήλικας μπορεί να οδηγηθεί σε συνθήκες φτώχειας προσωρινά και να βγεί από αυτή με την εργασία του ή την βοήθεια των άλλων, η φτώχεια κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο εγκλωβισμού (poverty trap) με έντονη ψυχολογική διάσταση. Έτσι, η παιδική φτώχεια δεν βλάπτει μονάχα το παιδί κατά την διάρκεια της ανέχειας, αλλά μεταφέρεται και στο μέλλον παγιώνοντας τον αποκλεισμό της παιδικής ηλικίας με την έλλειψη δεξιοτήτων και εκπαίδευσης, με παραβατικές συμπεριφορές στην εφηβεία, επιθετικότητα και αδυναμία προσαρμογής. Έτσι, η παιδική φτώχεια ενισχύει μακροπρόθεσμα την ανισότητα και παγιώνει ταξικές διακρίσεις. Η έγκαιρη καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας έχει λοιπόν διπλό όφελος, πρώτον, προστατεύει τα πιο ευάλωτα άτομα της κοινωνίας μας από τις στερήσεις, αλλά και εμποδίζει έναν φαύλο κύκλο μετάδοσης της φτώχειας από γενιά σε γενιά.
Είναι εντυπωσιακό ότι αν και τα δεδομένα αυτά είναι γνωστά στους ειδικούς, οι προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος της παιδικής φτώχειας απουσιάζουν εντελώς από τη δημόσια συζήτηση. Μόνο με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (νόμος 4093/2012), θεσμοθετήθηκε ένα ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων (μετά από πιέσεις της τρόικας). Δυστυχώς, η αξία της συγκεκριμένης παροχής είναι πολύ χαμηλή και, άρα πολύ περιορισμένης αποτελεσματικότητας. Η μέγιστη παροχή είναι 40 ευρώ το μήνα για κάθε παιδί. Όσοι έχουν παιδιά γνωρίζουν ότι τα ποσά αυτά είναι αστεία.
Οι πραγματικές λύσεις για την παιδική φτώχεια είναι γνωστές από την εμπειρία της Ευρώπης. Πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η θέσπιση ενός επαρκούς Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος για Παιδιά το οποίο θα καταβάλλεται σε όλες τις οικογένειες με ανήλικα παιδιά, που δεν έχουν κανένα ή ανεπαρκές εισόδημα. Η στήριξη θα υπολογίζεται ως επίδομα ανεργίας αλλά και ως στεγαστικό επίδομα για όσους το χρειάζονται. Οι πόροι για το επίδομα αυτό μπορεί να βρεθούν. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και σήμερα δίνεται από τον προϋπολογισμό περίπου 1 δισ. ευρώ τον χρόνο στα ταμεία ΟΑΠ-ΔΕΗ και ΤΑΠ-ΟΤΕ, οι συνταξιούχοι των οποίων είναι από τους πιο προνομιούχους, τόσο στο ποσό της σύνταξης όσο και στο ποσοστό αναταποδοτικότητας, όσο και την ηλικία από την οποία την λαμβάνουν. Πόροι θα μπορούσαν επίσης να βρεθούν από την μετατροπή των σημερινών φόρων υπέρ τρίτων (π.χ. υπέρ γιατρών, μηχανικών, δημοσιογράφων) σε φόρους υπέρ των παιδιών. Λύσεις μπορούν να βρεθούν αν υπήρχε η πολιτική βούληση. Ακόμα και στο επίκεντρο της κρίσης, δεν κλείσαμε τα σχολεία ή τα νοσοκομεία. Η ανάγκη είναι η ίδια.
Γιατί όμως δεν συζητιούνται αυτές οι λύσεις; Γιατί συνεχίζετει η άρνηση όλων των μεγάλων – και κάποιων μικρών – κομμάτων να στήσουν θεσμούς κοινωνικής πρόνοιας; Και εδώ ερχόμαστε στην καρδιά του πολιτικού προβλήματος που ζει η χώρα. Η απάντηση είναι απλή. Τα επιδόματα σε όλους τους αδυνάτους θα έβλαταν το πελατειακό κράτος. Ένα πλήρες κοινωνικό κράτος, όπως υπάρχει στην Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία και αλλού, θα έβλαπτε τους πολιτευτές και κομματάρχες διότι ο απλός πολίτης θα έπαυε να έχει λόγο να τους εκλιπαρεί για διορισμό, περίθαλψη ή αλλη εύνοια. Η εμπειρία της Ευρώπης δείχνει ότι τα εργατικά κινήματα εξασφάλισαν μια σχετική ισότητα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με την εγκαθίδρυση σοβαρής κοινωνικής προστασίας και δημόσιας υγείας και παιδείας. Στην Ελλάδα (αλλά και την Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) αυτό δεν έγινε, ίσως λόγω του εμφυλίου πολέμου και της πολιτικής οξύτητας, όσο και των παγιωμένων πελατειακών και κοινωνικών δομών του 19ου αιώνα (που είναι φανερές και σε όλον τον ευρωπαϊκό νότο που δεν έζηζε τις κοινωνικές αλλαγές της βιομηχανικής επανάστασης).
Σε εμάς τόσο ΠαΣοΚ όσο και η Νέα Δημοκρατία συνεχίζουν να δίνουν παροχές μόνο σε συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων που παρουσιάζουν εκλογικό ή άλλο πολιτικό ενδιαφέρον για τα κομματικά επιτελεία. Οι παροχές πρέπει πάντα να μεταφράζονται σε ψήφους και στήριξη. Έτσί αξιόλογες οικογενειακές παροχές έχουν μόνο οι πολύτεκνοι και οι υπάλληλοι Τραπεζών, ΔΕΚΟ, και Δημοσίου. Αντίθετα η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι το κοινωνικό κράτος θεμελιώνει παντού την δημοκρατική ισότητα διότι προστατεύει τους πάντες, και ιδίως τους πιο φτωχούς και τα παιδιά τους, από τις ταπεινώσεις της ανασφάλειας και της ανέχειας.
Η πελατειακή κομματοκρατία χρειάζεται όμως υποχείρια για να επιβιώσει. Χρειάζεται την διακριτική ευχέρεια να μοιράζει χρήματα, ώστε να δίνει χάρες και μπαξίσια μόνο σε όσους κερδίζουν την εύνοιά του, είτε αυτά είναι προνομιακά επιδόματα για λίγους, είτε γενναιόδωρες συντάξεις με τα λεφτά των άλλων, είτε νοσοκομειακή περίθαλψή ή μια δουλειά στο δημόσιο. Στην Ελλάδα η απουσία κοινωνικού κράτους δεν είναι συνεπώς θέμα έλλειψης γνώσεων ή έλλειψης «σοβαρότητας» του πολιτικού συστήματος όπως λένε κάποιοι απολογητές του. Το πελατειακό σύστημα είναι απόλυτα σοβαρό όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του. Αυτό το σύστημα παραμένει ακόμα και σήμερα ο συνειδητός και αδυσώπητος εχθρός του κοινωνικού κράτους και της ισότητας.
Το πελατειακο κράτος, μέσα από τους μηχανισμούς του ΠαΣοκ και της Νέας Δημοκρατίας – και εσχάτως και άλλων κομμάτων, είναι παμπόνηρο, προσαρμοστικό και ικανότατο. Δεν θα υποχωρήσει ποτέ. Έχει κτίσει σπίτια και έχει σπουδάσει τα παιδιά του απομυζώντας τους κόπους των άλλων. Κανένας πολιτικός μέσα στο ΠαΣοΚ και την ΝΔ, όσο αξιόλογος και να ήταν δεν μπόρεσε να το δαμάσει. Νικά επί σαράντα χρόνια και σήμερα αναγεννάται μέσα από τις στάχτες της χρεοκοπίας. Τα θύματά του σήμερα, είναι τα παιδιά.
Ας πούμε επιτέλους, αρκετά! Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Η διαφθορά και η ευνοιοκρατία δεν είναι θέμα συμπεριφορών κάποιων πολιτικών. Είναι δομικά χαρακτηριστικά του πελατειακού σύστηματος που παρέλαβαν, τελειοποίησαν και διατηρούν το ΠαΣοΚ και η Νέα Δημοκρατία. Ας οργανώσουμε την δημοκρατική μας αντίσταση στις δυνάμεις που μας κρατούν στο περιθώριο της Ευρώπης. Χωρίς συνειδητή, οργανωμένη και ασυμβίβαστη σύγκρουση με αυτό το πελατειακό σύστημα της απανθρωπιάς, η κοινωνία μας θα παραμείνει άνιση, ολιγαρχική και εν τέλει εγκληματικά αδιάφορη προς τα πιο αδύνατα μέλη της.
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου