*του
Αλέξανδρου-Αριστοτέλη Κουπατσιάρη, αναπληρωτή δασκάλου
Σητεία,
15 του Σεπτέμβρη 2015
Εν
αρχή ην η παιδεία. Η παιδεία όμως στην τυπική της μορφή, την εκπαίδευση χρειάζεται
ένα τρίπτυχο για να λειτουργεί ορθολογικά και αποτελεσματικά. Χρειάζεται τρεις
αναγκαίες συνθήκες σε μια σταθερή σχέση: μαθητές - σχολείο - εκπαιδευτικούς.
Αν
υποθέσουμε ότι οι μεν πρώτοι, οι μαθητές, υπάρχουν (αν και ο μαθητικός
πληθυσμός μειώνεται, άλλο θέμα όμως αυτό), το δε δεύτερο, ο χώρος εκπαίδευσης,
τα σχολεία υφίστανται (αν και αυτά υπολειτουργούν με σημαντικά μειωμένα κονδύλια
των σχολικών επιτροπών), το τρίτο αποτελεί το δομικό πρόβλημα. Τα 25.000 κενά εκπαιδευτικών στα ελληνικά
δημόσια σχολεία συνιστούν παραπάνω από το 1/4 των υπηρετούντων την εκπαίδευση.
Και
στο βασικό ερώτημα γιατί συμβαίνει αυτό, η απάντηση σίγουρα δεν μπορεί να είναι
ούτε μονοδιάστατη ούτε μονόπλευρη. Η χρόνια αδιοριστία σε συνδυασμό με την
ταυτόχρονη εισδοχή και αποφοίτηση από τα Πανεπιστήμια χιλιάδων νέων ανθρώπων
και σε σχέση με τις μνημονιακές πολιτικές των τελευταίων ετών, οδήγησαν στη
συσσώρευση πάνω από 100.000 (επίσημα, ανεπίσημα είναι πολλοί περισσότεροι) νέων
επιστημόνων στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνεργοι και στην καλύτερη περίπτωση
αναπληρωτών σε κάποιο σχολείο της ελληνικής επικράτειας.
Η πραγματικότητα και η ουσία
του ζητήματος είναι όμως περίπλοκη και πολύπλευρη έχοντας πια δημιουργήσει μια
εκρηκτική κατάσταση, οδηγώντας τους εκπαιδευτικούς στη δημιουργία πολλών
αντικρουόμενων υποομάδων συμφερόντων. Πριν τον πρώτο ΑΣΕΠ του
1998 υπήρχε η επετηρίδα, στην οποία οι απόφοιτοι των παιδαγωγικών και
καθηγητικών σχολών εγγράφονταν και ανέμεναν καρτερικά τη σειρά διορισμού τους.
Μέχρι το 2008 ο διαγωνισμός του ΑΣΕΠ γίνονταν με μια σταθερή περιοδικότητα περίπου
2 ετών και παράλληλα υπήρχε η απορρόφηση των υποψηφίων με ένα μεικτό σύστημα διορισμών. Το 60% από τις
θέσεις που προκήρυσσε ο ΑΣΕΠ και το 40% από την προϋπηρεσία που συγκέντρωναν οι
εκπαιδευτικοί. Το 2010 έγιναν οι τελευταίοι διορισμοί στην εκπαίδευση με το
νόμο Διαμαντοπούλου, ο οποίος αν και όριζε ως σύστημα διορισμού αποκλειστικά
τον ΑΣΕΠ είχε την πρόβλεψη για μεταβατικό στάδιο διορισμών μέχρι την
πραγματοποίηση ΑΣΕΠ.
Σήμερα,
λοιπόν 7 χρόνια μετά τον τελευταίο ΑΣΕΠ και 5 χρόνια μετά τους τελευταίους
διορισμούς μέσω ενιαίων πινάκων οι εκπαιδευτικοί έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα
δρόμου είτε απόκτησης όσων περισσότερων προσόντων είτε απόκτησης όσης
περισσότερης προϋπηρεσίας με δεδομένο ότι και πολλοί εξ αυτών έχουν συμμετάσχει
ή επιτύχει σε διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ από το 2008 και πίσω. Αυτό έχει οδηγήσει
στη δημιουργία τουλάχιστον τριών, επίσημων ή μη επίσημων με την έννοια της φυσικής
ή νομικής υπόστασης, ομάδων αναπληρωτών εκπαιδευτικών. Η πρώτη που επιθυμεί μόνο διορισμούς μέσω ΑΣΕΠ, η δεύτερη που ζητά
διορισμούς μόνο μέσω προϋπηρεσίας και η τρίτη που υποστηρίζει ένα μεικτό
σύστημα διορισμών, συνδυασμό των δύο προηγούμενων, είτε αυτό είναι το 60%-40%
είτε με άλλη σχετική αναλογία.
Σε
όλα αυτά να σημειώσω ότι η πάγια θέση της ΔΟΕ ήταν το σύστημα διορισμού με το
60%από ΑΣΕΠ και 40% από τον πίνακα προϋπηρεσίας. Εκεί που τα πράγματα
περιπλέκονται είναι όταν το Συμβούλιο
της Επικρατείας το Φεβρουάριο του 2015 έβγαλε μιαν απόφαση με την οποία
υποστηρίζει ότι οι διορισμοί μπορούν να γίνουν αποκλειστικά μέσω ΑΣΕΠ και σε
καμία περίπτωση με κάποιον άλλο τρόπο, με το σκεπτικό ότι το ΑΣΕΠ αποτελεί
τη μόνη ανεξάρτητη αρχή επόπτευσης διορισμών και ότι οι διορισμοί από τους
ενιαίους πίνακες πραγματικής προϋπηρεσίας αντιβαίνουν τις αρχές της ισονομίας
και δεν ενέχουν εγγυητικές και άρα είναι αντισυνταγματικοί. Σχετικά με την
προϋπηρεσία αποφαίνεται ότι μπορεί να προσμετρήσει επικουρικά, με επιπλέον
μοριοδότηση μετά από την επιτυχία του υποψηφίου στον ΑΣΕΠ.
Σε
αυτό το σημείο δημιουργούνται πολλά ζητήματα. Με το σκεπτικό αυτό οι διορισμοί
του 2010 και μετά είναι άκυροι ή τουλάχιστον αντισυνταγματικοί αφού η απόφαση
του ΣΤΕ ισχυρίζεται και την αναδρομικότητα της απόφασής του. Μάλιστα σε
νομολογιακό επίπεδο αν κάποιος θεωρήσει ότι έχει θιχτεί θα μπορούσε να προσβάλει
και τους διορισμούς από τον πίνακα προϋπηρεσίας από το 2000 και εντεύθεν. Εδώ
όμως να σημειώσω ότι συνήθως η πολιτεία με βάση τη σχέση εμπιστοσύνης και την
ευμένεια των νόμων και αποφάσεων της προς τον πολίτη δύσκολα θα προχωρούσε σε
κάτι τέτοιο.
Κι
αφού δεν γίνονται διορισμοί γιατί αυτό
αφορά και τους αναπληρωτές; Αυτό κατά την ερμηνευτική συλλογιστική
προσέγγιση του θέματος, εφόσον έχει ισχύ στους διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών
μπορεί να έχει ισχύ και στους προσωρινούς πίνακες των αναπληρωτών. Δηλαδή για
παράδειγμα θα μπορούσε η πολιτεία να ισχυριστεί ότι αφού η επιτυχία στον ΑΣΕΠ
είναι το βασικό κριτήριο αυτό θα προτάσσεται και στη σύνταξη των πινάκων
κατάταξης των αναπληρωτών. Άλλωστε είμαστε σε φάση όπου εκκρεμεί η εκδίκαση της
προσφυγής εκπαιδευτικών επιτυχόντων στον ΑΣΕΠ που ζητούν να προταχθούν στους
πίνακες των αναπληρωτών, κι έχουν στραφεί εναντίον αρχικά της εγκυκλίου και εν
συνεχεία του νόμου που αφορά την πρόσκληση υποψηφίων αναπληρωτών. Επίσης,
υπάρχει άλλη ομάδα που νομικά θα αντικρούσει την αιτίαση των παραπάνω σχετικά
με τον ΑΣΕΠ, προτάσσοντας την προϋπηρεσία ως τουλάχιστον ισοβαρές προσόν αρχικά
για τη σύνταξη των πινάκων αναπληρωτών και στη συνέχεια για τον τρόπο διορισμού.
Στο πρώτο σκέλος φαίνεται ότι είναι σύμμαχος και το υπουργείο μέσω του νομικού
του τμήματος, όπως δήλωσε η υπηρεσιακή υπουργός. Και τέλος υπάρχουν και
συνάδελφοι που θα κινηθούν νομικά και με ασφαλιστικά μέτρα εναντίον της
τροπολογίας Λοβέρδου που αφορά τη σύνταξη των πινάκων με την προσμέτρηση της
προϋπηρεσίας από το 2012 και μετά και επιπλέον την προσμέτρηση υπηρεσίας που
προσφέρθηκε σε δομές ειδικής αγωγής στους πίνακες γενικής αγωγής. Υπογραμμίζω
ότι η προσφερθείσα προϋπηρεσία των σχολικών ετών 2010-2012 δεν έχει
προσμετρηθεί.
Εδώ
θα ήθελα να σχολιάσω την απαράδεκτη και εμπρηστική, κατά την άποψη μου, θέση
που εξέφρασε η υπηρεσιακή υπουργός Παιδείας κα. Κιάου σε πρόσφατη συνέντευξή
της σχετικά με το θέμα της προσφυγής μερίδας εκπαιδευτικών κατά της πρόσκλησης
αναπληρωτών με βάση τα κριτήρια που αυτή θέτει, με την οποία υποστηρίζει ότι
"οι (υπόλοιποι) αναπληρωτές θα πρέπει να στραφούν εναντίον των 250
αναπληρωτών οι οποίοι εφέρθησαν με τον τρόπο που εφέρθησαν και μάλιστα
διττώς". Δηλαδή με λίγα λόγια απαγορεύεται ο Έλληνας πολίτης να έχει το
δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη όταν θεωρεί ότι θίγεται. Τουλάχιστον πολιτικά
και δη εκφρασμένο από μια νομικό αυτό είναι επικίνδυνο και υποτιμά το ίδιο το
υπουργείο και τους νόμους που διέπουν την εύρυθμη λειτουργία του. Ειδικά αν
αναλογιστούμε τις αλχημείες και τις συχνές αλλαγές που έχει επιτελέσει κάθε
υπουργός που πέρασε από το υπουργείο παιδείας σε σχέση με το εργασιακό των
αναπληρωτών και μόνιμων εκπαιδευτικών. Μάλιστα στο παραπάνω προστίθενται και
διάφορες απόψεις, κυρίως συνδικαλιστών αλλά και άλλων, που δυναμιτίζουν την
κατάσταση, αφού θεωρούν αυτούς τους αναπληρωτές υπεύθυνους για την ταλαιπωρία
της διπλής προσέλευσης στις διευθύνσεις για υποβολή αίτησης. Δηλαδή οι άλλες
δύο ομάδες που θα ακολουθήσουν τη νομική οδό για την υπεράσπιση των συμφερόντων
τους πώς θα αντιμετωπιστούν;
Κάθε
όμως θεώρημα διέπεται τουλάχιστον από ένα αξίωμα. Αυτό το αξίωμα αφορά την αναγκαιότητα των μόνιμων διορισμών στην εκπαίδευση.
Αφορά τη διασφάλιση της παρεχόμενης ποιότητας της δημόσιας εκπαίδευσης στα
ελληνόπουλα της πατρίδας μας, στην οποία η μια συνιστώσα, οι εκπαιδευτικοί
βρίσκονται εντελώς μετέωροι. Ειδικά αν αναλογιστούμε ότι οι πρώτες
τοποθετήσεις αναπληρωτών σε σχολεία διαφαίνονται στα τέλη Σεπτέμβρη. Αυτό που
είναι το δύσκολο στην προκειμένη περίπτωση και το ζητούμενο είναι η αληθής πρόταση που θα οδηγήσει στους
μόνιμους διορισμούς, δηλαδή ο τρόπος που θα εξασφαλίσει τη δικαιοσύνη, την
ισονομία, την άρση των αδικιών των τελευταίων ετών και την αξιοπρέπεια των
αναπληρωτών εκπαιδευτικών. Και αυτή, κατά τη γνώμη του γράφοντος, δεν είναι
άλλη παρά το μεικτό σύστημα διορισμών στην εκπαίδευση. Είναι το σύστημα
διορισμών που θα απορροφά το 60% από τον πίνακα των επιτυχόντων του ΑΣΕΠ και το
40% από τον πίνακα της πραγματικής προϋπηρεσία. Άλλωστε και το κεντρικό σύνθημα
της ΔΟΕ είναι οι άμεσοι διορισμοί.
Οι παρατάξεις, οι τοπικοί
σύλλογοι των εκπαιδευτικών, οι σύλλογοι αναπληρωτών και μόνιμων, οι ενώσεις
εκπαιδευτικών, η ΔΟΕ και κάθε άλλος αρμόδιος ή που έχει τη στοιχειώδη
ευαισθησία για το θέμα θα πρέπει να παλέψει για δύο αληθείς προτάσεις. Η πρώτη
αφορά την επαναφορά του μεικτού τρόπου διορισμών, με
το να αντικρούσουν λογικά και νομικά τις αποφάσεις του ΣΤΕ και η δεύτερη, αφορά τη δημιουργία σταθερού πλαισίου εργασίας αναφορικά
στη νομοθεσία που διέπει τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών, με
αναλογικό αριθμό διορισμών σε σχέση με τις συνταξιοδοτήσεις κάθε χρόνο και
σταθερή περιοδικότητα διεξαγωγής του ΑΣΕΠ. Και αυτά τα δύο αξιωματικά˙ έστω υπό
το ασφυκτικό δημοσιονομικό σκηνικό της οικονομίας της χώρας και μακριά από τον
προσωποκεντρισμό των νομοθετημάτων του καθένα που αναλαμβάνει υπουργός
παιδείας.
*Στα μαθηματικά, ένα θεώρημα είναι μια πρόταση που αποδεικνύεται με βάση προηγουμένως αποδεκτές ή αποδεδειγμένες (αληθείς) προτάσεις όπως τα αξιώματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου