Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Πανεπιστήμια στην αγορά και αγοραία Πανεπιστήμια


Photo: Panayiotis Tzamaros / Fosphotos.com

Διαβάζω στην Καθημερινή (2.8) ενθουσιώδη σχόλια για το ότι, μετά από απόφαση του Υπουργού Παιδείας κ. Λοβέρδου, τα δημόσια πανεπιστήμια θα μπορούν επιτέλους, απαλλαγμένα από τον δημοσιονομικό έλεγχο της Ενιαίας Αρχής Πληρωμών, να ανοιχτούν στην διασύνδεση με την αγορά. Αναρωτιέμαι τι τα σταματούσε μέχρι τώρα και γιατί ο δημοσιονομικός έλεγχος των εξόδων τους ήταν το εμπόδιο για την επίτευξη εσόδων. Κανείς δεν απαγόρευε στα πανεπιστήμια να πουλάνε τις υπηρεσίες τους στην αγορά, και μάλιστα με ισχυρό οικονομικό κίνητρο: και για το ακαδημαϊκό προσωπικό με πρόσθετες αμοιβές, και για τα ίδια μέσω των δικαιωμάτων που εισέπρατταν σε «Ειδικούς Λογαριασμούς» επί των αμοιβών αυτών.
‏Από την πρώτη μέρα που ιδρύθηκε η εταιρεία την οποία διευθύνω, δεκαπέντε χρόνια πριν, και επειδή το αντικείμενό της είναι επιστημονικό και πολύ συχνά ερευνητικό, επιζητήσαμε την συνεργασία με ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως κάνουν και άλλες εταιρείες του χώρου μας. Συνεργαστήκαμε με πανεπιστήμια για ερευνητικά έργα, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι σε πολλές δεκάδες περιπτώσεις αναθέσαμε σε πολυάριθμα ελληνικά πανεπιστήμια, ως υπεργολάβους, σημαντικά τμήματα πραγματικών έργων που είχαμε αναλάβει για τους πελάτες μας. Προσπαθούσαμε πάντα να προμηθευτούμε από ελληνικά ΑΕΙ ό,τι χρειάζεται μια εταιρεία που εξάγει τεχνολογία και επιστημονική γνώση: εξειδικευμένη τεχνογνωσία, υψηλής κατάρτισης ανθρώπινους πόρους, καινοτομία. Όμως, εκτός λαμπρών εξαιρέσεων, με απογοητευτικά μικρή επιτυχία. Πολλές φορές αναγκαστήκαμε να διορθώσουμε μόνοι μας με πρόσθετο κόστος σοβαρές ελλείψεις, άλλες να ξανακάνουμε εμείς όλη τη δουλειά από την αρχή. Και άλλες, τις πιο απογοητευτικές, να πρέπει να αποδεχτούμε την ομολογία πλήρους ανεπάρκειας και αδυναμίας του να γίνει καν η δουλειά που είχε συμφωνηθεί και ανατεθεί. Και to add insult to injury, από καθηγητές που έβλεπα αργότερα στα μέσα (και στα έξω) να μιλούν για υψηλές πολιτικές, ως σύμβουλοι υπουργών ή ως κρατικοί αξιωματούχοι.
‏Το πρόβλημα δεν ήταν φυσικά η έλλειψη θεωρητικής γνώσης, αν και η εφαρμογή της στον πραγματικό κόσμο απαιτεί μια τριβή με την πραγματικότητα, για την οποία τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν πρέπει να φημίζονται. Το πρόβλημα ήταν η κουλτούρα των ανθρώπων και των ομάδων, ακόμη κι όταν είχαν τις καλύτερες των προθέσεων. Όταν δεν έχεις μάθει -στην πράξη, όχι με ευχολόγια σε άρθρα- ν'αξιολογείται η «κανονική» σου δουλειά, δεν μπορείς καν να φανταστείς πόσο σκληρά αξιολογείται από τους πελάτες μου η δική μου, όταν σου την αναθέτω. Όταν δεν έχεις μάθει ότι εκεί έξω επιβραβεύονται και αμείβονται τα αποτελέσματα, και όχι οι προθέσεις, το ex officio και ex cathedra επιστημονικό κύρος στην παρέα σου, το βιογραφικό σου, δεν μπορείς καν να καταλάβεις ότι την σεβαστή αμοιβή που μου ζητάς πρέπει να την κερδίσεις ευρώ-ευρώ όπως εμείς. Και όταν έχεις διαφθαρεί στις εύκολες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για ερευνητικά «αποτελέσματα» που συχνά δεν αφορούν κανέναν ή κρατικές αναθέσεις μελετών, σου κακοφαίνεται να πρέπει να στρωθείς στη δουλειά με επαγγελματισμό. Και ακόμη χειρότερα: όταν έχεις μάθει να εκμεταλλεύεσαι το επιστημονικό πάθος και τον ενθουσιασμό κακοπληρωμένων νέων ερευνητών, που βαφτίζεις ελεύθερους επαγγελματίες, με μπλοκάκια και άλλες ελληνικές πατέντες για τις οποίες ψέγεις μόνο τους κακούς εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, δεν μπορείς να διανοηθείς πόσο κοστίζει η δική μας, μη «ακαδημαϊκή» εργασία. Υπάρχουν φυσικά πάντα οι δουλειές στις οποίες εξαργυρώνεις το όποιο κύρος της θέσης σου. Και υπάρχουν και οι δουλειές στις οποίες εξαργυρώνεις δουλειά. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν το πρώτο δεν προκύπτει από τη δεύτερη.
‏Στη δημόσια συζήτηση για την ανώτατη παιδεία, έχουμε μάθει να επικαλούμαστε τη διασύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά, ως την λυδία λίθο του εκσυγχρονισμού τους, που αρκεί τάχα να αποφασιστεί, να νομοθετηθεί, να θεσμοθετηθεί, για να γίνει πράξη. Και ξεχνάμε αυτό που πραγματικά την απέτρεπε τόσο καιρό: οι λίγες λαμπρές εξαιρέσεις στην εμπειρία που κατέθεσα πιο πάνω δεν ήταν δυστυχώς και αυτοί που επιβραβεύονταν -μέσα στα ίδια τα πανεπιστήμια αλλά και στην κοινωνία- με ακαδημαϊκή ανέλιξη, ευκαιρίες για χρηματοδότηση της έρευνάς τους, ακριβοπληρωμένες θέσεις συμβούλων, κύρος και αναγνώριση. Αντιθέτως. Και η δήθεν «απελευθέρωση» των πανεπιστημίων από τους δημοσιονομικούς ελέγχους των οικονομικών της έρευνας, δεν είναι αυτούς που θα ευνοήσει, ούτε αφορά την αγορά, όπως διατείνεται ο κ. Υπουργός. Είναι απλά άλλη μια υποχώρηση στα βολικά κεκτημένα των άλλων. Τα πανεπιστήμια θα καταφέρουν να βγουν στην πραγματική αγορά, όταν πάψουν να τα ελέγχουν ανεξέλεγκτοι, αυτοί που έχουν αγοραίο ήθος.
*Ο Γρηγόρης Φαρμάκης είναι επιχειρηματίας. 

ΠΗΓΗ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου